Επι-Κοινωνία ώρα μηδέν;

Πέμπτη, 18 Αύγουστος 2016 18:39 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ

ΕΡΓΟ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Σκηνή πρώτη
Δευτέρα του Πάσχα σε ένα πανέμορφο χωριό πνιγμένο στα πλατάνια, γεμάτο πηγές με γάργαρο νερό, σκαρφαλωμένο στον Ταΰγετο. Στο μαγαζάκι του χωριού (καφενείο, ταβέρνα, παντοπωλείο κλπ., κάθετη μονάδα που λέει και η κόρη μου) μπαίνει μια μεγάλη παρέα που αποτελείται από άτομα όλων των ηλικιών. Είναι μαζί και η γιαγιά αλλά και ο εγγονός. Και οι υπόλοιποι, θορυβώδεις, αγαπημένοι συγγενείς από όλες τις… κλάσεις. Κάθονται σε ένα μακρύ τραπέζι, παραγγέλνουν και αρχίζουν να κουβεντιάζουν, να θυμούνται, να σχολιάζουν, να καλαμπουρίζουν, να χαίρονται.
Στο χώρο κάτω από την τηλεόραση (απαραίτητο αξεσουάρ κάθε τέτοιου χώρου που σέβεται τον εαυτό του), γύρω από ένα τραπέζι κάθονται έξι (6) παιδιά σχολιαρούδια, γυμνασιόπαιδα. Αγόρια και κορίτσια. Μπροστά από το καθένα υπάρχει από ένα αναψυκτικό και στα χέρια τους από ένα κινητό. Μια μικρή κοπελίτσα κάνει τη διαφορά. Έχει στα χέρια της ένα τάμπλετ. Το κάθε παιδί βρίσκεται κυριολεκτικά στον κόσμο του. Στον κατά-δικό του κόσμο. Πατάει κουμπιά, χαϊδεύει την οθόνη, χασκογελάει ή κατσουφιάζει χωρίς να έχει την ανάγκη να μοιραστεί τα συναισθήματα του με τον διπλανό του.
Η παρέα των συγγενών έχει διαφορετική άποψη γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις. Συνεχίζουν να χαίρονται, να τρώνε και να πίνουν το κρασάκι τους. Και όταν έρχεται η στιγμή να… προξενέψουν τη γιαγιά με τον παππού του καταστήματος, τα σχόλια και τα γέλια τους κάνουν να κρατάνε το στομάχι τους. Προσπαθούν να αντέξουν. Από το διπλανό τραπέζι, ένας φίλος της παρέας δηλώνει… κουμπάρος για το καινούργιο ζευγάρι και η διασκέδαση καλά κρατεί.
Γυρίζουμε στο τραπέζι των παιδιών. Συνεχίζουν να… χαϊδεύουν τα μηχανήματα τους και συνεχίζουν να κατσουφιάζουν αλλά και να χασκογελάνε (σαν) ηλίθια! Κατάντια. Κάποια στιγμή μπαίνει στο μαγαζί ένα ζευγαράκι συνομήλικο τους. Τους χαιρετάει, δεν του δίνουν και τόση σημασία, κάποιος σηκώνει το χέρι (δεν ξέρουμε αν ήταν χαιρετισμός, ή… μη μας ενοχλείς), και μετά από λίγο το ζευγαράκι αποχωρεί. Και τα 6 παιδιά συνεχίζουν το ατέρμονο ταξίδι στην μοναξιά που έχει στρώσει η παγκόσμια κοινότητα για να κοιμίζει ψυχές και συνειδήσεις για να πετύχει το διεστραμμένο όνειρο της.

Σκηνή δεύτερη
Καλοκαιράκι σε ένα παραθαλάσσιο χωριό της Μάνης. Σε έναν πανέμορφο ευλογημένο τόπο. Είναι βράδυ και το φεγγάρι θέλει δυο ή τρεις μέρες για να γιομίσει. Αυτό δεν το εμποδίζει να καθρεφτίζεται φιλάρεσκα στα ήρεμα νερά του Λακωνικού κόλπου. Η ταβέρνα κυριολεκτικά «παρά θιν αλός», με διακριτική μουσική και εξαιρετικό φαγητό. Ιδανικό μέρος να περάσεις ένα ζεστό καλοκαιριάτικο απόβραδο.
Εννέα η ώρα και το μαγαζί γεμίζει από κόσμο. Ένα τραπέζι μένει μονάχα αδειανό, το παραδιπλανό. Δεν μένει όμως για πολλή ώρα. Τρείς άνθρωποι έρχονται να καθίσουν. Τρεις άντρες, τρεις διαφορετικές γενιές. Παππούς, γιός και εγγονός. Δεν προλαβαίνει να έρθει ο υπάλληλος για να πάρει παραγγελία και οι τρείς τους στήνουν από ένα τάμπλετ μπροστά τους. Σαν έρχεται η παραγγελία, μεριάζει ο καθένας το… εργαλείο του προς τα αριστερά και βολεύει το πιάτο του, έτσι ώστε να τρώει και να… ενημερώνεται. Κατά που φαίνεται την κουμαντάρουν την δουλειά. Τελειώνουν το φαγητό τους (πολύ αμφιβάλω αν το απόλαυσαν), πληρώνουν, μαζεύουν τις συνέχειες του χεριού τους και αποχωρούν. Χωρίς να ανταλλάξουν μια κουβέντα, χωρίς να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουn. Έστω, να τσακωθούν, βρε αδερφέ. Να καταλάβει ο ένας την ύπαρξη του άλλου πλάι του. Το φεγγάρι μάρτυρας.

Σκηνή τρίτη
Νότια Λακωνία. Στο άλλο πόδι από εκείνο της Μάνης. Η παραλία υπέροχη, όπως όλες οι παραλίες της χώρας μας. Η συγκεκριμένη είναι και διαλεχτή, μια και την στολίζει η Γαλάζια Σημαία της Ε.Ε..Το ζευγαράκι που προτιμάει τούτο το μέρος για να δροσιστεί, να απολαύσει τα γαλάζια πεντακάθαρα νερά, διαλέγει μια ξαπλώστρα στην δεύτερη σειρά. Απλώνουν τις πετσέτες τους και αμέσως η κοπέλα βουτάει. Δεν κρατάει και πολλή ώρα το μπάνιο της. Επιστρέφει και χωρίς να ανταλλάξει ούτε μια κουβέντα με τον σύντροφο της, βγάζει ένα βιβλίο από την τσάντα και το ρίχνει στο διάβασμα.
Μετά από λίγο, σηκώνεται και ο νεαρός και κατευθύνεται προς την θάλασσα. Η κοπέλα δεν αντιδρά. Συνεχίζει απρόσκοπτα να διαβάζει το βιβλίο της. Μάλλον είναι πιο ενδιαφέρον από τον συνοδό της. Το κολύμπι του νεαρού δεν κρατάει για πολύ. Επιστρέφει και… αγκαλιάζει το κινητό του (αντί για την κοπέλα πλάι του που κάποτε θα ήταν το… φυσιολογικό). Μια ώρα αργότερα, μαζεύουν βιβλία και κινητά, φορτώνουν τα μπαγκάζια τους και αποχωρούν. Χωρίς να αλλάξουν ένα βλέμμα. Χωρίς να μιλήσουν, χωρίς να γελάσουν, χωρίς να αισθανθούν. Κατάντια!
Τελικά οι διεστραμμένοι μνηστήρες του πλανήτη, τα κατάφεραν.
ΕΠΙ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΗΔΕΝ!

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti