Για να πάρει νόημα η ύπαρξη της φύσης

Δευτέρα, 04 Ιούνιος 2018 20:41 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ

Πολλές φορές λέμε και προβληματιζόμαστε, κάποτε σοβαρά, ότι ο άνθρωπος, το μυαλό του ανθρώπου, που έχει πάρει στραβό δρόμο και δεν γυρίζει πια πίσω, με τη μανία του να εκμεταλλευτεί τα πάντα πάνω και μέσα στα έγκατα της γης (πετρώματα, μεταλλεύματα, πετρόλαδα, φυσικά αέρια κλπ), την πλεονεξία του, τους πολέμους, τα πυρηνικά, την κλιματική αλλαγή, την τεχνολογία που είναι ασυγκράτητη, θα καταστρέψει τελικά τη φύση. Κι αν το βρει το κουμπί που θα εκτροχιάσει τη γη είναι βέβαιο ότι θα το πατήσει. Τον τρώει το χέρι του και θα το πατήσει.
Και εμείς από εδώ κατ’ επανάληψη έχουμε αναφέρει και παρομοιάσει το μυαλό του ανθρώπου, τον άνθρωπο τον ίδιο με τον καρκίνο της φύσης. Από τις μυριάδες μυριάδων ζωές πάνω στη γη μόνον ο άνθρωπος, το μυαλό του δηλαδή ξέφυγε κι έφτασε εδώ που βρίσκεται και τρέχει καλπάζοντας προς την καταστροφή. Και όπως μέσα στον οργανισμό ένα κύτταρο κάποια στιγμή ξεστρατίζει και παραμορφώνεται, πολλαπλασιάζεται και τελικά σκοτώνει όλον τον οργανισμό, έτσι και ο άνθρωπος μέσα στη φύση θα την αποτελειώσει όπως η μύγα το ροδάκινο. Η φύση δεν κινδυνεύει παρά μόνο απ’ τον άνθρωπο.
Όμως και επειδή όλα τα πράγματα έχουν και την άλλη πλευρά τους, προχθές ήταν που βρέθηκα σ’ ένα θαυμάσιο μέρος κι έμεινα να θαυμάζω την πλάση γύρω. Βλέποντας τα ανοιξιάτικα χρώματα που η ομορφιά τους σε τρέλαινε, η φύση ολόκληρη ένας κόσμος πλουμιστός, έτσι τον είδαν τα μάτια μου, ο ουρανός πάνω αλλού ανοιχτός κι αλλού συννεφιασμένος με τον άνεμο να κυνηγά τα νέφη κι ό,τι άλλο βάλει ο νους σας, αναρωτήθηκα μήπως η φύση έκανε τον άνθρωπο επίτηδες, όχι για να την καταστρέψει, αλλά για να πάρει νόημα κι αυτηνής η ύπαρξη. Για να έχει με κάποιον να συναγωνίζεται κι αυτή όπως όλα στον κόσμο απάνω με κάποιον συναγωνίζονται. Η φύση με ποιόν; Μήπως λοιπόν αυτός είν’ ο άνθρωπος; Γιατί, κακά τα ψέματα, η τέχνη του ανθρώπου, τα επινοήματα του μυαλού του και τα συναισθήματα της ψυχής συναγωνίζονται και κάποτε ξεπερνούν τη φύση. Και σκέφτηκα μήπως ο θεός της φύσης είναι ο άνθρωπος για να αναδειχθεί κι αυτή. Γιατί αν δεν υπήρχε ο άνθρωπος, το μυαλό του δηλαδή, ο νους και η συνείδησή του δεν θα υπήρχε ούτε φύση.
Μπορεί λοιπόν ο άνθρωπος να είναι γέννημα της ανάγκης της φύσης για να την αναδείξει, να την συναγωνιστεί, να την τεχνουργήσει. Αφού οι άνθρωποι που κάνουν τέχνη π.χ κάποιος πιάνει ένα κομμάτι ξύλο, ένα κούτσουρο, μια πέτρα και του δίνει σχήμα, μορφή, το κάνει να είναι όμορφο, να μην είναι ά-σχημο. Μ’ άλλα λόγια του δίνει υφή, χρώμα, νόημα, υπόσταση. Το κάνει εργαλείο, σταβάρι, αλέτρι, τέμπλο της εκκλησιάς περίτεχνο, άγαλμα. Και συ κάθεσαι και θαυμάζεις την τέχνη του ανθρώπου. Όποια τέχνη. Από την πιο απλή και ταπεινή μέχρι την πλέον υψηλή ποίηση, μουσική, αρχιτεκτονική, γλυπτική. Και όπως τα σκεφτόμουν αυτά από το σπίτι απέναντι ακούστηκε ένα υπέροχο τραγούδι που ήρθε λες να τα επιβεβαιώσει.
Να ιδείς, είπα πάλι, που η φύση από ανάγκη τον έφτιαξε τον άνθρωπο. Να τη ανταγωνιστεί, να αντιπαρατεθεί μαζί της, να την αντιπαλέψει και σε κάποιες περιπτώσεις να την νικάει, να την προβάλει, να την αναδείξει γιατί αλλιώς δεν θα υπήρχε ούτε η ίδια. Και αναρωτήθηκα αν ο άνθρωπος, ο ανθρώπινος νους δηλαδή, είναι προέκτασή της και δημιουργός της.
Οπωσδήποτε δεν έγινε τυχαία ο άνθρωπος. Ήταν κάτι που τον είχε ανάγκη. Και όπως είπαμε, δεν θα υπήρχε η φύση αν έλειπε ο άνθρωπος. Η μεγαλοπρέπειά της, η ομορφιά της, τα χρώματά της, οι ζωές πάνω της, η φωτεινότητα, ο ήλιος, η θάλασσα, οι αέρηδες, η σκληρότητά της -βρέστε και βάλτε- τα πάντα μ’ ένα λόγο δεν θα υπήρχαν αν δεν υπήρχε ο άνθρωπος για να ευαισθητοποιηθεί, να πονέσει, να φοβηθεί, να προσπαθήσει να τα αναστήσει. Για να υπάρξει τελικά και ο ίδιος μαζί με τη φύση κομμάτι της, ενταγμένος μέσα σ’ αυτή. Συνεπώς και η φύση για να υπάρξει πρέπει να υπάρχει ο άνθρωπος, που εκείνος την είπε θεία φύση.
Και όλ’ αυτά περνούν απ’ τον ένα στον άλλον. Πεθαίνει ένας άνθρωπος και αυτομάτως πεθαίνει η φύση, το σύμπαν ολόκληρο, τα πάντα. Αυτά υπήρχαν όταν υπήρχαν τα μάτια του να τα ιδούν, να τα περάσουν στον εγκέφαλο να τα κάνουν συναισθήματα, να δώσουν νόημα. Κι όταν πέθανε χάθηκαν.
Στην πραγματικότητα όμως δεν χάθηκαν αλλά πήγαν σε κάποιον άλλον. Μεταβιβάστηκαν στο παιδί του, στο ’γγόνι του. Πήγαν κάπου αλλού δηλαδή σ’ έναν άλλον άνθρωπο, που θα συνεχίσει να βλέπει, να ευαισθητοποιείται, να δημιουργεί και να δίνει νόημα. Και μόνον μ’ αυτή την έννοια καταλαβαίνω εκείνο που λέμε αθανασία της ψυχής.
Κι εγώ τώρα τα λέω αυτά επειδή υπάρχουν άνθρωποι που κι αυτοί ερεθίζονται στον ίδιο ή και μεγαλύτερο βαθμό από μένα. Και ευαισθητοποιούνται, προβληματίζονται και νοηματοδοτούν τα πράγματα. Και λέω: Αυτά τα ασήμαντα, τα παλαβά έστω που σκέφτηκα, ας υπάρχουν σε κάποια άλλη ψυχή. Ας ανέχεται ο ένας τον άλλον, όσοι τα ανέχονται και μπορούν. Οι άλλοι ας τα θεωρήσουν ανυπόστατα και παλαβομάρες -που μπορεί να είναι τελικά- και ας τα προσπεράσουν.
Αλλά από την άλλη αφού ταράζουν την ψυχή μας; Γιατί τη δική μου την τάραξε γύρω η φύση που έβλεπα. Αφού δημιουργούν συναισθήματα, ερεθίσματα, εικόνες, σκέψεις, τρυπάνε το μυαλό μας λες και τρυπούν το χάος; Βγαίνουν απέναντι στο κενό και δίνουν σχήμα, υπόσταση στο χάος. Και χάος είναι η ψυχή του ανθρώπου.
Και το χάος υπάρχει σ’ όλες τις γλώσσες. Μεγάλη λέξη. Κάποιες λέξεις μείνανε παντού ίδιες απ’ την ελληνική γλώσσα, όπως το χάος.
Είναι τέτοια η εικόνα της φύσης, που δίχως να το θέλεις σου τρυπανίζει το μυαλό. Μπαίνει απ’ τα μάτια, τα ερεθίζει και μόνον οι ευαίσθητοι θα τ’ ακούσουν αυτά. Οι άλλοι θα σε πάρουν για ονειροπαρμένο. Μπορεί κι αυτοί να ’χουν δίκιο.

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti