Έβλεπα κι άκουγα για τον θάνατο της Φώφης Γεννηματά. Όχι την κηδεία με τους επικηδείους λόγους. Ως πολιτικό κρίνοντας τήν είχα παρεξηγήσει αρκετές φορές για την εμφάνισή της, τα λεγόμενά της, μη φανταζόμενος ποτέ ότι ανέβαινε πραγματικόν Γολγοθά. Με την αρρώστεια της, το παρελθόν, στιγματισμένη από τη φύση, την κληρονομικότητα – και οι δύο γονείς της πέθαναν νέοι από καρκίνο – την αγωνία της να μεγαλώσει τα παιδιά της πριν πεθάνει ώστε να είναι σε θέση να θυμούνται την εικόνα τής μάνας τους, τη φωνή της και τόσα άλλα, όλα ανθρώπινες αδυναμίες και φιλοδοξίες. Και μετάνιωσα που την είχα παρεξηγήσει. Και ήρθε στο νου μου η μεγάλη φράση του Χριστού «μὴ κρίνετε ἵνα μὴ κριθῆτε». Κάτι τέτοιες ώρες καταλαβαίνεις τις πολύ μεγάλες ως προς την αλήθειά τους κουβέντες. Ο καθένας έχει τα προβλήματά του, πολλά ανυπέρβλητα και ψάχνει να βρει τρόπους να τα αντιμετωπίσει ή νομίζει ότι τα αντιμετωπίζει το τραγικό αυτό πλάσμα που λέγεται άνθρωπος. Έτσι δημιουργεί ως και θεούς που νομίζει πάλι πως θα τον βοηθήσουν. Αφήστε, τεράστιο το θέμα και άλυτο.
Και μετά το μυαλό πήγε στις προ του θανάτου της δύο ημέρες, όταν άκουγα τον Γιωργάκη, που θέλει λέει να διεκδικήσει την αρχηγία του κόμματός του και να ξαναγίνει αφεντικό της Ελλάδος. Δηλαδή φύλαρχος, διότι η Ελλάδα ουσιαστικά φυλάρχους έχει και αυτοί την κυβερνούν χρόνια τώρα. Άκουγα λοιπόν τον Γιωργάκη να λέει : «Θα οδηγήσω τη Χώρα στο αύριο», ότι «χρειαζόμαστε νέα αλλαγή» ήτοι έννοιες παντελώς κενές περιεχομένου, και ότι θέλει να ξαναγίνει πρωθυπουργός γιατί «το 2011 του έγινε άδικη αποκαθήλωση (η αποκαθήλωση = ξεκάρφωμα δεν είναι ποτέ άδικη) και τώρα επιθυμεί να γίνει η ιστορική του αποκατάσταση». Και την ίδια στιγμή τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να λέει ότι «θα ταρακουνήσει το δέντρο για να πέσει το μήλο». Τρίχες, δηλαδή ανοησίες. Κι απόκοντα νά οι αντεγκλήσεις των συνυποψηφίων για το ποιος θα δεχτεί να συνεργαστεί με ποιόν για νά ’χουμε «προοδευτική διακυβέρνηση». Και άλλα που όλα μαζί συνιστούν την ποταπή πολιτική μας ζωή. Και συζητήσεις ατέλειωτες και υποθέσεις των δημοσιογράφων δίχως νόημα και ουσία που σου φέρνουν θλίψη. Και δηλώσεις και ενέργειες, συμπεριφορές γενικώς όλων τους επηρμένες. Κυνηγοί εντυπώσεων και στρατιώτες βλακωδών εμπνεύσεων. Ως και η πρόεδρος της δημοκρατίας παρευρέθη στην κηδεία, υποτίθεται για να προσευχηθεί για την ψυχή της θανούσης, χωρίς ούτε μια φορά να κάνει το σταυρό της.
Και ο πρωθυπουργός βρήκε αφορμή να ματαιώσει τις μαθητικές παρελάσεις «λόγω εθνικού πένθους», ίσα ίσα εκεί που θά ’πρεπε να γίνουν εις ένδειξιν τιμής της ξεχωριστής νεκρής. Και το «όχι» ακούγεται μόνο για να απαγορευτούν οι παρελάσεις, ενώ επιτρέπονται οι συνωστισμοί χιλιάδων στα γήπεδα, στις διαδηλώσεις, στα μπαρ, τις ταβέρνες και τις καφετέριες που γεμίζουν ασφυκτικά, λες και οι παρελάσεις και οι εκκλησιές φταίνε για όλα τα κακά.
Και μετά το ίδιο ατέλειωτες οι συζητήσεις για τον κορονοϊό, μήνες τώρα, επίσης χωρίς ουσία, αντί να βγει κάποιος και να ειπεί δυο λόγια φιλοσοφημένα, βαριά. Κυρίως ότι δεν ξέρουν τίποτα για τον κορονοϊό, ότι τώρα τον ψάχνουν, όλοι τους μιλούν με βεβαιότητα και σιγουριά. Και αντί να στρέψουν τις έρευνες στον καρκίνο που θερίζει κι απ’ τον οποίον πέθανε η Φώφη, οι γονείς της και τόσοι άλλοι, και προπαντός να είναι ταπεινοί και μετρημένοι και καλοσυνάτοι ασχολούνται με τις ιωσούλες.
Καλοσύνη, μεγάλη λέξη, ακόμα και στα φυσικά φαινόμενα. Παντού καλοσύνη, και δεν έχει πιο καλό από αυτήν. Δέστε πως ήταν ο καιρός τις προηγούμενες ημέρες με τους «Μπάλους» και πώς έγινε μετά, σήμερα που είναι καλοσύνη. Και μερικοί άνθρωποι είναι τόσο καλοσυνάτοι που τους χαίρεσαι, αντίθετα με άλλους, τους περισσότερους που είναι δύστροποι και ανυπόφοροι. Και ένα ταπεινό, φοβισμένο ανθρωπάκι, ένα ταπεινό «καλημέρα» πόσο το χαίρομαι! Είπα φοβισμένο, γιατί θέλω ο άνθρωπος να κρύβει μέσα του το φόβο για όλα. Άλλωστε από σύμπτωση υπάρχουμε και από συμπτώσεις επιβιώνουμε, έτσι όπως «είμαστε σχεδιασμένοι πάνω σε τρεχούμενο νερό», καθώς λέει ένας ξένος στοχαστής. Και πόσο μου αρέσει αυτή η εικόνα. Τί όμορφη! Και οι άνθρωποι οι ταπεινοί με το χαμηλωμένο βλέμμα και την υπερηφάνεια σε υποστολή, που κρύβουν μέσα τους το φόβο, που γνωρίζουν την ασημαντότητά τους χωρίς να το δείχνουν, πολύ μου αρέσουν. Σπανίζουν όμως και δυστυχώς δεν τους βρίσκω.
Αντίθετα πήξαμε από επηρμένους, αλαζόνες και υπερόπτες που νομίζουν ότι αυτοί είναι. Από εγωιστές που θα σώσουν τον κόσμο και «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», όλους αυτούς δεν τους χώνεψα ποτέ. Βέβαια τον εγωισμό και τις φιλοδοξίες δεν μπορούμε ως άνθρωποι αδύναμοι να τα αποφύγουμε. Όμως ως ένα σημείο και να γνωρίζουμε την ασημαντότητά μας, την ανυπαρξία μας, να ντρεπόμαστε και να είμαστε ταπεινοί. Τότε πιστεύω θα είμαστε λίγο καλλίτεροι. Ο χαρακτήρας μας, η συμπεριφορά μας να είναι φιλοσοφημένα. Να σκεφτόμαστε ότι την κάθε στιγμή μπορεί να μην υπάρχουμε, πράγματα που δεν πρέπει να ξεχνάμε ως άνθρωποι, υποτίθεται σκεπτόμενοι. Όμως οι αδυναμίες μας είναι φαίνεται πιο δυνατές απ’ τις δυνάμεις μας κι αυτές μας κυβερνούν. Και φεύγουμε με την πίκρα και την ταπείνωση. Μεγάλο ρητό εκείνο «πρὸς τὸ τελευταῖον ἐκβὰν ἕκαστον τῶν πρὶν ὑπαρξάντων κρίνεται». Με αυτό και την τραγωδία των γηρατειών, παίρνεις «τα όρη σκούζοντας και τα βουνά ρωτώντας». Επίσης ωραία εικόνα, όμορφη, τραγική σαν τη ζωή. Και ο άνθρωπος στις μεγάλες του θλίψεις μόνο στη φύση μπορεί να βρει ανακούφιση. Μόνο στη φύση να ισορροπήσει αυτή η ζωή και δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Και είναι τούτα η φωνή των νεκρών, η φωνή της ζωής της ίδιας…
Αυτά ήρθαν στο μυαλό με το άγγελμα του θανάτου της Φώφης μετά το πρώτο σοκ. Ας είναι η μνήμη της αιωνία. Ας πάει στην αιώνια ΓΑΛΗΝΗ. Όπου «οὔκ ἐστι πόνος, οὐ λύπη οὐ στεναγμός», αλλά γαλήνη ατελεύτητος για να αλλάξουμε λίγο τον μελωδό.
Υστερόγραφο: Πόσο μεγάλο εκείνο το «θανάτῳ θάνατον πατήσας». Όποιος το έπιασε ήταν αστραπή μεσ’ στο μυαλό του. Μόνο με τον θάνατο νικούμε αυτόν τον φόβο που έχουμε στη ζωή για όλα. Όταν λοιπόν πεθάνεις νικάς τον θάνατο κατά κράτος. Και πλέον ούτε φόβοι ούτε αγωνίες ούτε αγώνας. Με το θάνατο πάτησες τον ίδιο το θάνατο και πια δεν σε απειλεί. Φοβερό.