Γράφει η Γεωργία Κακούρου Χρόνη
Εννέα Φεβρουαρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας. Στόχος του εορτασμού, σύμφωνα με τη θέσπιση της πολιτείας, «η ανάδειξη του θεμελιώδους ρόλου που διαδραμάτισε η ελληνική γλώσσα ανά τους αιώνες, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην εδραίωση τόσο του ευρωπαϊκού όσο και του παγκόσμιου πολιτισμού» (ΦΕΚ 1384/Β/24-04-2017).
Η ημερομηνία άκρως επιτυχής, αφού ο Διονύσιος Σολωμός, δια στόματος του «Ποιητή» στον «Διάλογό» του, συμπυκνώνει το νόημα όλης του της ζωής στις λέξεις ελευθερία και γλώσσα: «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα; Εκείνη άρχισε να πατεί τα κεφάλια τα τούρκικα, τούτη θέλει πατήσει ογλήγορα τα σοφολογιωτατίστικα, και έπειτα αγκαλιασμένες και οι δύο θέλει προχωρήσουν εις το δρόμο της δόξας, χωρίς ποτέ να γυρίσουν οπίσω, αν κανένας Σοφολογιώτατος κρώζει, ή κανένας Τούρκος βαυίζει• γιατί για με είναι όμοιοι και οι δυο». Ο Διονύσιος Σολωμός πέθανε στην Κέρκυρα, στις 9 Φεβρουαρίου 1857 (είχε γεννηθεί στη Ζάκυνθο, στις 8 Απριλίου 1798).
Από τις αρχές Φεβρουαρίου το τηλέφωνο, ή εναλλάξ το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ήταν κατειλημμένα για πολλή ώρα από τις συνομιλίες μου με την Πόπη:
- Τι θα κάνουμε στις εννέα Φεβρουαρίου για τα παιδιά;
Δεν είχα ιδέα για την καθιέρωση του εορτασμού, κάπως αιφνιδιάστηκα, είχα αφυπηρετήσει και από την Εθνική Πινακοθήκη. Αλλά αυτού του είδους τα επιχειρήματα δεν εισακούονταν από την Πόπη. Ήμουν εγώ εξάλλου που σε δικούς της δισταγμούς που γύρευαν μια μικρή ενθάρρυνση για να τολμήσει τής είχα αναφέρει το δάσκαλό μου Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο που συχνά επαναλάμβανε: «Εκεί [εννοούσε τη σχολική τάξη], ανάμεσα στα παιδιά, μπορεί να βρίσκεται ένας Φαίδρος που περιμένει τη δική μας μεσολάβηση για να αποκηρύξει τη βάναυση σαγήνη του λόγου του Λυσία».
- Σύμφωνη!
- Σε φιλώ και σ’ αγαπώ!
Μ’ αυτά τα δυο ρήματα έκλεινε πάντοτε όλες τις συνομιλίες μας η Πόπη. Ποτέ δεν αναρωτήθηκα πόσους έκλεινε εκείνο το ωμέγα της κατάληξης του «σ’ αγαπώ». Τα μεγέθη τα υπολογίζεις, όταν συναισθάνεσαι την αναντικατάστατη απουσία. Εκείνο το ωμέγα άπλωνε ως μεγάλη αγκαλιά: «Η μαμά, να μην πάρει είδηση η μαμά», η έγνοια της όταν βεβαιώθηκε για την αρρώστια. «Η μικρή, πώς θα το πάρει η μικρή…»• η «μικρή» ήταν η Καιτούλα (έτσι την έλεγα, έτσι εξακολουθώ να την λέω), η αδελφή της, το ίδιο αγαπημένη μου. Κι άλλη μεγάλη της έγνοια, ο «φύλακας άγγελός» της, έτσι αποκαλούσε το λατρεμένο της Δημήτρη.
Κι αυτό το ωμέγα άνοιγε για να χωρέσει όλα τα παιδιά, όλους τους μαθητές και τις μαθήτριές της. Και δεν σταματούσε εκεί. Ένιωθε ότι εκείνο το ωμέγα αχρηστεύεται, εάν με πράξεις δεν εκφράζει την αγάπη προς τον άλλον, τον όποιο άνθρωπο. Βίωσα και τις δυο της «οφειλές»: και την αγάπη στους μαθητές της και την αγάπη της στον άνθρωπο• μας υποχρέωνε να μαθητεύουμε και στα δυο.
Η υποδοχή στην τάξη! Υποδοχή οικοδέσποινας από ευγενή γενιά. Ποτέ δεν έφυγα χωρίς αγκαλιές και λουλούδια από τα «παιδιά» της. Και τι παιδιά! Πώς τα προετοίμαζε όλα! Να μην ακούγεται ανάσα• οι αναπνοές να συντονίζονται με τις περιόδους της γλώσσας μας και με τα ματάκια που διαστέλλονταν να αναγνωρίζουν λέξεις από τον Όμηρο, τον Πλάτωνα, τα Ευαγγέλια, από την ομιλία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ΙΑ λίγο πριν από την Άλωση της Πόλης, από τον Λόγο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πνύκα, από την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, του Οδυσσέα Ελύτη, του Γιάννη Ρίτσου, του Νικηφόρου Βρεττάκου.
Γυρίζω στα ηλεκτρονικά της μηνύματα: Από τις 26 Ιουλίου του 2010 έως πρόσφατα, η μεγάλη της έγνοια είναι η Λέσχη Ανάγνωσης Σπάρτης. Τι βιβλίο να επιλεγεί για μελέτη; Ποιος συγγραφέας να κληθεί για να συνομιλήσει με το αναγνωστικό κοινό; Πώς θα διευρυνθεί ο κύκλος των αναγνωστών; Πώς θα παρασυρθούν οι γονείς να κρατήσουν στα χέρια τους ένα βιβλίο; Να δημιουργηθεί μία Μαθητική Λέσχη Ανάγνωσης;
Ξεκίνησε να γράφει στον τοπικό τύπο κριτικές για τα βιβλία που μελετούσε η Λέσχη. Μετέφερε τα κείμενά της και στο ραδιόφωνο. Προλόγισε και άνοιξε διάλογο με πολλούς συγγραφείς, με κάποιους, όπως με τον Γιάννη Ξανθούλη, έγιναν φίλοι. Συνδετική τους ύλη, το χιούμορ και των δυο. Δεν δίσταζε να κρίνει τα κείμενα τα δικά της και των συνοδοιπόρων της στην αναγνωστική διαδικασία: «Για τον Ελύτη ήθελα κάτι πιο altius πιο fortius...» μου έγραφε. Υπεύθυνη, με συνέπεια, με ήθος, με ευπρέπεια.
Και δύναμη, απίστευτη δύναμη! Όταν ξεκίνησε η αρρώστια, τον Ιανουάριο του 2023, μου ευχόταν όλα του κόσμου τα καλά και στο τέλος σκάλωνε και η δική της μοίρα: «Εγώ συνεχίζω τον αγώνα μου. Κάθε δύο βδομάδες χημειοθεραπεία. Κάθε δεύτερη Τετάρτη στην Αθήνα και επιστροφή αυθημερόν. Οι παρενέργειες αρκετές, αλλά διαχειρίσιμες. Συνεχίζουμε! “Δεν υποχωρούμε αν δεν δικαιωθούμε” το σύνθημα της νιότης μας!» Αλλά η νιότη ήταν η μόνη ηλικία που γνώρισε. Από το ύφος, το ήθος, το ωραίο της ντύσιμο. Θυμάμαι τις δύσκολες ημέρες της θεραπείας που μου ζητούσε κατάλογο με μουσεία της Αθήνας που δεν ήταν στην πρώτη γραμμή, αλλά που θα άξιζαν την επίσκεψή της. Μην τυχόν και μείνει κάτι που δεν είδε, γιατί όλα τα δημιουργήματα του ανθρώπου την αφορούσαν προσωπικά. Ένιωθε ότι πρέπει να τα τιμά, γι’ αυτό και την τιμούσαν.
Τούτο τον Φλεβάρη δεν χτύπησε το τηλέφωνο. Δεν άκουσα το επιτακτικό «Τι θα κάνουμε για τα παιδιά;». Χάθηκε η επέτειος της Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας. «Χρόνια πολλά στη γλώσσα μας!» Έτσι τιτλοφορήσαμε το πρόγραμμα.
Έμαθα να συνομιλώ μαζί της, να την βλέπω στην πρώτη σειρά σε όλες τις εκδηλώσεις που είχα κάποια ανάμειξη. Να κοιτώ τα μάτια της γυρεύοντας την επιβεβαίωση, την ειλικρινή της κριτική, πάντα με αγάπη, αλλά και διάθεση τα στραβά να λέγονται για να διορθώνονται. Είχε μια απίστευτη αίσθηση του μέτρου, χιούμορ βέβαια, και μια μεγαλόψυχη στάση απέναντι στο «καλό» που αφειδώλευτα το αναγνώριζε και το επαινούσε.
Ποια η επόμενη επέτειος; Η προσεχής εκδήλωση; Ποιο βιβλίο θα διαβάσει η Λέσχη; Ποιον συγγραφέα θα καλέσει; Πότε θα οργανώσουμε «μαθήματα» για την τέχνη; Πώς θα μπολιάσουμε τα παιδιά με το βιβλίο; Μας κληροδότησε αυτά και άλλα τόσα ανάλογα ερωτήματα. Εκείνο που ζήτησε και ζητά επιτακτικά είναι να μην μείνουν αναπάντητα.
Σε φιλώ και σ’ αγαπώ!