Γράφει ο Νίκος Βατόπουλος
Ίσως να το έχετε αισθανθεί και εσείς… να αγοράζετε μια εφημερίδα από το περίπτερο και να νιώθετε πως είστε κομμάτι μιας άλλης εποχής, περασμένης. Γράφω αυτές τις γραμμές προβληματισμένος, καθώς διαμορφώθηκα μέσα στον κόσμο των εφημερίδων και του έντυπου πολιτισμού, ο οποίος ναι μεν ευδοκιμεί στον χώρο του βιβλίου, αλλά έχει αβέβαιο μέλλον στον χώρο των εφημερίδων και των περιοδικών. Το διαπιστώνουμε όλοι στο περιβάλλον μας. Όλο και λιγότεροι φίλοι και γνωστοί σκέφτονται να αγοράσουν μια εφημερίδα, ιδίως τις καθημερινές εκδόσεις.
Πιθανόν σε 20 χρόνια από τώρα η επικοινωνία να είναι τόσο διαφορετική που η συζήτηση να έχει πάει αλλού. Ωστόσο, το θέμα του Τύπου και του χάρτινου πολιτισμού δεν είναι μια μάχη χαμένη, είναι μια μάχη που έχει πολλές παραμέτρους, όχι πάντα προφανείς. Το ζήτημα δεν είναι τόσο η διαπάλη ανάμεσα στο χαρτί και στην ψηφιακή οθόνη, όσο ανάμεσα στην ανάγνωση και στο σκρολάρισμα, ανάμεσα στον ψυχικό σύνδεσμο με ένα έντυπο και στην αποσπασματική συνάντηση μαζί του. Η σύνδεση του αναγνώστη με ένα έντυπο είναι ένας βασικός θεμέλιος λίθος του δυτικού πολιτισμού από τα τέλη του 18ου αιώνα. Οι Times του Λονδίνου κυκλοφόρησαν με αυτόν τον τίτλο για πρώτη φορά το 1788.
Σε κάθε περίπτωση, στην Ελλάδα δεν διαβάζουμε. Είμαστε σε χαμηλή θέση διεθνώς. Εφημερίδες έντυπες δεν διαβάζουμε σίγουρα, τα περιοδικά πλέον έχουν απομείνει ελάχιστα, αλλά ούτε και βιβλία διαβάζει ο Έλληνας. Βιβλία κυκλοφορούν πολλά και καλά, αλλά το κοινό είναι μερικές, λίγες, χιλιάδες… Ανησυχητική εξέλιξη είναι η μείωση των σημείων πώλησης του ημερήσιου και περιοδικού Τύπου. Τα περίπτερα έχουν λιγοστέψει, και σε όσα έχουν απομείνει, σε όλο και λιγότερα βρίσκουμε εφημερίδες.
Σε όλους τους αυτοκινητοδρόμους, σε τόσους Σταθμούς Εξυπηρέτησης Αυτοκινητιστών (ΣΕΑ), μπορεί να βρεις πολλά προϊόντα και ορισμένα κακά βιβλία, αλλά ημερήσιο Τύπο πουθενά. Τα πρακτορεία Τύπου σε νησιά και μικρούς τόπους, πραγματικά θησαυροφυλάκια ατμόσφαιρας και κοινωνικής προσφοράς, έχουν πλέον πολύ μικρότερη σημασία για τις τοπικές κοινωνίες αλλά και για τους επισκέπτες. Κάποτε, ήταν κέντρα ζωής. Υπήρχε κόσμος που περίμενε το δέμα με τις εφημερίδες και τα περιοδικά που θα έφθαναν στο λιμάνι ή στο αεροδρόμιο.
Σήμερα, αν παρατηρήσει κανείς τον κόσμο στις γεμάτες καφετέριες, οπουδήποτε στην Ελλάδα, σπανίως θα δει κάποιον άνθρωπο να διαβάζει ένα έντυπο. Αν εντοπίσει κάποιον, είναι η σπάνια εξαίρεση. Μέσα στο μετρό, το ίδιο. Πέραν της φυσικής εξέλιξης των πραγμάτων και των κοινωνικών αλλαγών, είναι σαφές ότι όλο και πιο λίγοι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να κρατήσουν την προσοχή τους απερίσπαστη και να την αφιερώσουν στην ανάγνωση ενός κειμένου που είναι πιο μεγάλο και πιο πυκνό από μια συνηθισμένη ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα ή από μερικούς τίτλους σε μια ροή ειδησεογραφίας. Είναι ένα ζήτημα που δεν μπορεί κανείς να προσπεράσει με έναν απλό αφορισμό για την ψηφιακή επανάσταση.
Γι’ αυτό όταν αγοράζω μια εφημερίδα σε ένα περίπτερο αισθάνομαι ως τελετάρχης ενός κόσμου σε απόσυρση. Στοίβα οι απούλητες εφημερίδες. Αν πίστευα πως όσα φύλλα μένουν αδιάθετα εξισορροπούνταν από συνδρομές εφημερίδων σε ψηφιακή μορφή, θα ήταν μια ανακούφιση. Είναι όμως έτσι;
Οι εποχές που μια εφημερίδα, φρεσκοτυπωμένη, ήταν ένας ολόκληρος κόσμος που πολλοί λαχταρούσαν να πάρουν στα χέρια τους έχει προ πολλού παρέλθει. Οι ημερήσιες εκδόσεις των εφημερίδων έχουν βουλιάξει εδώ και χρόνια, αλλά πλέον μιλάμε ακόμη και για τον κυριακάτικο Τύπο. Παρατηρώ ολοένα και πιο συχνά την εγκατάλειψη της συνήθειας αγοράς έστω και ενός φύλλου την εβδομάδα από ανθρώπους που κάποτε καλλιεργούσαν ευλαβικά τη συνήθεια της καθημερινής ανάγνωσης. Έχουν απομείνει λίγοι.
Το θέμα δεν είναι μόνο κοινωνικό και οικονομικό. Είναι και πολιτικό. Και δεν είναι μόνο θέμα ενημέρωσης, διότι ο Τύπος πλέον είναι περισσότερο ανάλυση, ιεράρχηση και επιλογή. Είναι σύνδεση με έναν κόσμο που σου ταιριάζει, που θέλεις να συσχετίζεσαι, που επιθυμείς να συμπλέεις. Αυτό τείνει να εκλείψει.
Ένας νέος ανθρωπότυπος θα επικρατήσει. Χωρίς μνήμες καθημερινής ανάγνωσης εφημερίδων. Υπάρχουν πλέον όλα εκεί έξω, σε ένα χυλό. Αλλά ποιος θα καλλιεργεί το κριτήριο επιλογής;