Ο Κωστής στην Κρασοπαναγιά (Μέθανα)

Το παραμυθοδιήγημα της εβδομάδας στον «Λακωνικό Τύπο»

Παρασκευή, 03 Δεκέμβριος 2021 12:46 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Ο Κωστής στην Κρασοπαναγιά (Μέθανα)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αγόρι, ο Κωστής. Είχε χάσει τη μάνα του. Ζούσε με τον πατέρα και τον παππού του στον Πόρο. Ήθελε να ταξιδέψει στα Μέθανα με τον παππού του και να δει από κοντά το ξωκλήσι της Κρασοπαναγιάς.

Κάποτε ο παππούς του, του είχε πει: «Στη χερσόνησο των Μεθάνων, στέκει πάνω σε απόκρημνα βράχια το εκκλησάκι της  ‘‘Κρασοπαναγιάς’’. Είναι αφιέρωμα κάποιου ναυτικού, που ήταν έμπορας κρασιού, στην Παναγία. Ταξίδευε με το καΐκι του, με φόρτωμα κρασοβάρελα,  όταν έπεσε σε τρικυμία .

Ο καπετάνιος είχε προορισμό του το λιμάνι του Πειραιά. Ήθελε να πουλήσει κρασί στην Αθήνα. Ενώ πάλευε με τη θάλασσα, προσευχήθηκε κι έταξε στη Μεγαλόχαρη: ‘‘Παναγία μου, αν γλιτώσω από τη θαλασσοταραχή, θα σου χτίσω εκκλησάκι στο δυτικότερο άκρο των Μεθάνων . Στη λάσπη που θα ενώνει τις πέτρες, αντί για νερό θα βάλλω κρασί!’’

Το καΐκι του καπετάνιου πέρασε το ακρωτήριο και έπιασε απάνεμες θάλασσες. Έτσι, σώθηκε. Έχτισε το εκκλησάκι της Κρασοπαναγιάς κι εκπλήρωσε το τάμα του. Λένε πως αντί να ανακατέψει το χώμα με νερό, για να χτίσει τα θεμέλια της εκκλησίας, το ανακάτεψε με κρασί. Έτσι βγήκε το όνομα Κρασοπαναγιά. Οι Μεθανίτες πιστεύουν, ως τις μέρες μας, ότι στην Παναγία άρεσε το κρασί, για αυτό προστατεύει τα αμπέλια τους, από όπου βγαίνει το μεθανίτικο κρασί .  

Αυτή τη διήγηση, κλωθογύριζε στο μυαλό του ο Κωστής ολοένα. Ένα πρωί το αγόρι είπε στον παππού του: «Μου υποσχέθηκες πως θα με πας στα Μέθανα στην Κρασοπαναγιά. Πότε θα πάμε;» «Σήμερα κιόλας, αν το θες, Κωστή. Ξέρεις πως πάντα κρατάω το λόγο μου. Το ίδιο να κάνεις κι εσύ στη ζωή σου. Αλλιώς τι άντρες είμαστε;»

«Θα πάμε με το καΐκι μας παππού;» «Ναι, Κωστή! Αν κι έχουμε μεγάλη πορεία να καλύψουμε. Μπορεί να σε κουράσει η απόσταση. Το εκκλησάκι πολλοί Ποριώτες δεν το ξέρουν, γιατί δεν πάνε από εκείνη τη μεριά των Μεθάνων». «Δεν θα κουραστώ, παππού! Μου αρέσει να ταξιδεύω από τη θάλασσα».

Έτσι ο παππούς ετοίμασε το καΐκι και ξεκίνησαν με τον Κωστή για τα Μέθανα. Έφτασαν στη θαλάσσια περιοχή δίπλα στον απόκρημνο βράχο που στέκει το εκκλησάκι της Κρασοπαναγιάς. Χαμηλά, εκεί που ο βράχος ακουμπούσε στο νερό, είχαν λαξέψει σκαλοπάτια για να μπορεί ο κόσμος να ανεβαίνει ψηλά στο εκκλησάκι. Σε αυτά τα σκαλοπάτια πήδηξε ο Κωστής, σαν έφερε ο παππούς τη βάρκα κοντά. Από κει φώναξε: «Πέτα το σχοινί, παππού, να δέσω την βάρκα να ανέβεις κι εσύ». Έτσι κι έγινε. Μετά ανέβηκαν τα σκαλιά κι έφτασαν στην Κρασοπαναγιά.

Κωστής είπε: «Τι μικρό εκκλησάκι! Ίσα που χωράνε δύο άτομα μέσα. Σε ευχαριστώ, παππού, που ήρθαμε». «Έλα, Κωστή, να προσκυνήσουμε την εικόνα της Παναγιάς. Να της ζητήσουμε να μας προστατεύει στη στεριά και στη θάλασσα». Έτσι κι έκαμαν. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Δήμητρα Μπουμποπούλου

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti