Ένα σημαντικό -αν και όχι ακόμη οριστικά καθοριστικό- βήμα για την κατασκευή του Φράγματος Κελεφίνας στη Λακωνία έγινε γνωστό την Πέμπτη (6/11), με την ανακοίνωση της απόφασης κατακύρωσης του έργου στον πρώτο μειοδότη.
Συγκεκριμένα, το πρωί της ίδιας ημέρας, ο βουλευτής Λακωνίας, Νεοκλής Κρητικός, συνοδευόμενος από τον συνάδελφό του και υφυπουργό Εθνικής Άμυνας, Θανάση Δαβάκη, συναντήθηκαν με τον υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, Χρίστο Δήμα, στο πλαίσιο ενημέρωσης για τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από το πολυαναμενόμενο έργο.
Η απόφαση και ο ανάδοχος
Σύμφωνα με τον Ν. Κρητικό, κατά τη συνάντηση, ο υπουργός παρουσίασε στους Λάκωνες πολιτικούς, την υπό έκδοση απόφαση σύμφωνα με την οποία κατακυρώνεται και ανατίθεται η σύμβαση κατασκευής του έργου στον πρώτο κατά σειρά μειοδοσίας οικονομικό φορέα.
Όπως πληροφορείται ο «ΛΤ», ανάδοχος είναι και τυπικά η «Δομική Κρήτης ΑΕ», η οποία είχε καταθέσει την πλέον συμφέρουσα οικονομική προσφορά βάσει τιμής. Η εταιρεία αυτή είχε αναδειχθεί προσωρινός ανάδοχος ήδη από την αρχική δημοπράτηση του έργου το 2023, προτού η διαδικασία «παγώσει» λόγω προδικαστικής προσφυγής του δεύτερου μειοδότη και οδηγηθεί τελικά στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ).
Ο προϋπολογισμός δημοπράτησης του έργου ήταν 31.500.000 ευρώ, ενώ η προσφορά της «Δομικής Κρήτης ΑΕ» ανήλθε σε 20.263.920,52 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ), ποσοστό που αντιστοιχεί σε μέση έκπτωση 21,29% επί του αρχικού προϋπολογισμού.

Τα επόμενα βήματα
Σύμφωνα με την απόφαση, εξουσιοδοτείται η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια Υδραυλικών, Λιμενικών και Κτηριακών Υποδομών της Ειδικής Γραμματείας Υδραυλικών Έργων & Κτηρίων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για να υπογράψει τη σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της αναδόχου εταιρείας.
Ο υπουργός Υποδομών διευκρίνισε στους κκ Δαβάκη και Κρητικό, ότι υπάρχει η δυνατότητα υποβολής προδικαστικής προσφυγής κατά της απόφασης ενώπιον της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ). Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, η πιθανότητα νέας προσφυγής θεωρείται περιορισμένη. Ακόμη κι αν τελικά κατατεθεί, εκτιμάται ότι δεν θα προκαλέσει σημαντική καθυστέρηση, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν.
Εφόσον δεν υπάρξουν νέες νομικές εμπλοκές, η υπογραφή της σύμβασης τοποθετείται χρονικά στις αρχές του 2026. Με προβλεπόμενη διάρκεια εργασιών 38 μηνών από την ημερομηνία υπογραφής, εφόσον τηρηθεί το εν λόγω χρονοδιάγραμμα, το έργο αναμένεται να ολοκληρωθεί και να παραδοθεί περί το 2029.
Το ιστορικό του έργου
Το Φράγμα Κελεφίνας, ένα από τα πλέον αναμενόμενα έργα υποδομής για τη Λακωνία, δημοπρατήθηκε από το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών τον Σεπτέμβριο του 2023. Η χρηματοδότησή του προέρχεται από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2014-2020, μέσω της πράξης «Κατασκευή Φράγματος Κελεφίνας Ν. Λακωνίας», με συγχρηματοδότηση 75% από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και 25% από εθνικούς πόρους.
Η «Δομική Κρήτης ΑΕ» κατέθεσε την πλέον ανταγωνιστική προσφορά, επιτυγχάνοντας έκπτωση 21,29%, με τελικό ποσό 20,26 εκατ. ευρώ χωρίς ΦΠΑ, έναντι 25,4 εκατ. ευρώ που ήταν ο αρχικός προϋπολογισμός χωρίς φόρο. Τον Μάρτιο του 2024, ο δεύτερος μειοδότης, «Ιντρακάτ», κατέθεσε προδικαστική προσφυγή στην ΕΑΔΗΣΥ, αμφισβητώντας τη διαδικασία ανάθεσης. Λίγους μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 2024, το Υπουργείο Υποδομών επανέλαβε την ανάθεση στη «Δομική Κρήτης ΑΕ». Η «Ιντρακάτ» προσέφυγε εκ νέου, αυτή τη φορά στο ΣτΕ. Τον Μάιο του 2025, το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση ακύρωσης της «Ιντρακάτ», ανοίγοντας τον δρόμο για την οριστική ανάθεση του έργου.
Η σημασία του έργου για τη Λακωνία
Το Φράγμα Κελεφίνας θεωρείται έργο στρατηγικής σημασίας για τη Λακωνία, καθώς αναμένεται να βελτιώσει την άρδευση και την υδροδότηση, στηρίζοντας την αγροτική παραγωγή και συμβάλλοντας στην ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Θα κατασκευαστεί επί του ρέματος Κελεφίνα, παραπόταμου του Ευρώτα, εντός της Δημοτικής Ενότητας Οινούντος του Δ. Σπάρτης. Σύμφωνα με τη μελέτη θα παρέχει αρδευτική κάλυψη σε περίπου 28.000 στρέμματα. Παράλληλα, θα συμβάλλει στην ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων, στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και στη βελτίωση της ενεργειακής και περιβαλλοντικής ισορροπίας της περιοχής.
Πρόκειται για έργο υποδομής με έντονο αναπτυξιακό αποτύπωμα, το οποίο θα προσφέρει σταθερότητα και ασφάλεια στους αγρότες, δημιουργώντας ταυτόχρονα νέες δυνατότητες αξιοποίησης της γης και βελτίωσης της ποιότητας ζωής.




