Πατριδοκάπηλη αμετροέπεια

Δευτέρα, 22 Ιανουάριος 2018 20:22 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ

Σ’ αυτή τη χώρα, όπως έχουμε πει ευκαίρως-ακαίρως, έχουμε χάσει προ πολλού την αίσθηση του μέτρου και πάρα πολλά θέματα της πολιτικής και της δημόσιας ζωής τα αντιμετωπίζουμε με την τακτική «ή του ύψους ή του βάθους».
Κάτι ανάλογο συμβαίνει αυτές τις μέρες μετά την αναγγελία, εκ μέρους της Κυβερνήσεως, της έναρξης συνομιλιών με το γειτονικό κρατίδιο των Σκοπίων, προκειμένου να εξευρεθεί λύση στο χρονίζων πρόβλημα της ονομασίας τους κι όχι μόνο.
«Εθνική προδοσία», «εθνική μειοδοσία», «ξεπούλημα της Ιστορίας μας», «η κυβέρνηση δεν μπορεί να προστατεύσει τη Μακεδονία» κι άλλα «ων ουκ έστιν αριθμός». Η πατριδοκάπηλη αμετροέπεια σε όλο της το μεγαλείο!
Το Ευαγγέλιο τονίζει: «Γνώσεσθε την αλήθειαν, και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιω.η΄32). Αν δεν γνωρίσουμεαυτήν την αλήθεια, που επιμελώς κρύβεται από κάποιους εθνοκάπηλους, για να δημιουργούν εντυπώσεις και να επωφελούνται από την άγνοια και τα πατριωτικά αισθήματα ενός τμήματος του ελληνικού λαού, τότε δεν θα μπορέσουμε ποτέ να καταλάβουμε ότι η παράταση αυτού του θέματος μόνο αρνητικές επιπτώσεις θα έχει για την πατρίδα μας και μάλιστα σε πολλά επίπεδα.
Η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονία για συντομία ΠΓΔΜ ή πΓΔΜ είναι μια μικρή χώρα της νοτιοανατολικής Ευρώπης, της οποίας ο πληθυσμός στην πλειοψηφία του αποτελείται από Σλάβους, ενώ υπάρχει μια σημαντική αλβανική μειονότητα, ακολουθούμενη από Τούρκους, Σέρβους, Έλληνες (φυγάδες κομμουνιστές και θύματα του εμφυλίου) και Ρομά. Το κράτος αυτό αυτοαποκαλείται «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και σφετερίζεται με προκλητικό και απροκάλυπτο τρόπο την Ιστορία της ελληνικής Μακεδονίας και των βασιλιάδων της.
Μέχρι και το 2ο Παγκόσμιο πόλεμο η περιοχή της ΠΓΔΜ άνηκε στη σύνθεση του Σερβικού κράτους και ονομαζόταν Παλιά Σερβία, Νότια Σερβία ή Vardarska Banovina δηλ. διοίκηση του Βαρδάρη και οι κάτοικοι Νότιοι Σέρβοι και κανένας μέχρι τότε από τους μετέπειτα δημιουργούς της Λαϊκής Δημοκρατίας της «Μακεδονίας» δεν είχε μιλήσει για Μακεδονικό έθνος και Σλαβομακεδόνες, αφού οι σλαβικές φυλές εγκαταστάθηκαν εκεί περί το 600 μ.Χ..
Όλα αυτά, όμως, μέχρι τη σύνοδο στο Jajce, όταν την 29η Νοεμβρίου του 1943 στην ομώνυμη πόλη της Βοσνίας το Αντιφασιστικό Συμβούλιο Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (Τίτο - Παρτιζάνοι) αποφάσισε την οργάνωση της χώρας σε ομοσπονδιακή βάση. Μία από τις ομοσπονδίες που προτάθηκαν προς ίδρυση τότεήταν και η «Λαϊκή Δημοκρατία της «Μακεδονίας».
Από εκείνη τη χρονική στιγμή, ρίχτηκε ο σπόρος μιας τεχνητής προσπάθειας εθνογένεσης, που καπηλευόταν το ελληνικό όνομα της Μακεδονίας και τα ελληνικά σύμβολα. Η ιδέα για την ίδρυση της ΠΓΔΜ ανήκε στον Στρατάρχη Τίτο και υπαγορευόταν από τις επεκτατικές ορέξεις του σε βάρος των γειτονικών χωρών και δη τηςΒόρειας Ελλάδος.
Με το λεγόμενο «Μακεδονικό ζήτημα» ο Τίτο απέβλεπε κατά πρώτον στη συγκράτηση και αφομοίωση του πληθυσμού της περιοχής των Σκοπίων εντός της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας, γιατί οι κάτοικοι στην πλειοψηφία τους ήταν βουλγαρικής αυτοσυνειδησίας και κατά δεύτερον, την επέκταση της Γιουγκοσλαβίας στην βουλγαρική (Μακεδονία του Πιρίν) και την ελληνική Μακεδονία. Για το σκοπό αυτό οι επιτελείς του ιδιότυπου κομμουνιστικού καθεστώτος του Τίτο εργάστηκαν συστηματικά, παραχωρώντας στη Λαϊκή Δημοκρατία της «Μακεδονίας» χωριστή κρατική οργάνωση, ιδιαίτερη γλώσσα για την οποία καταβλήθηκε μεγάλη προσπάθεια ώστε να συγκαλυφθεί με κάθε τρόπο η μεγάλη συγγένεια του ιδιώματος αυτού με τη βουλγαρική, καιμια νέα εντελώς κατασκευασμένη μακεδονική ιστορία. Το σύνθημα όλη αυτή την περίοδο ήταν ότι, μετά το δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, απελευθερώθηκε μόνο το ένα κομμάτι της Μακεδονίας, το γιουγκοσλαβικό και κατά συνέπεια παραμένουν αλύτρωτα εκείνα της Βουλγαρίας και της Ελλάδας!!!
Από το 1950 που έχουμε την αποκατάσταση των ελληνο-γιουγκοσλαβικών σχέσεων μέχρι και τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας το 1991, κάθε φορά που υπήρχε αναφορά από τους Σκοπιανούς στο «Μακεδονικό» η κεντρική κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας προσπαθούσε να μάς πείσει (!!!) ότι τα Σκόπια ενεργούσαν ανεξάρτητα από αυτούς!!!
Την ίδια περίοδο οι Γιουγκοσλάβοι κομμουνιστές χρησιμοποίησαν και την Εκκλησία για να επιτύχουν και να εδραιώσουν τους σκοπούς τους. Με προσωπική παρέμβαση του Τίτο ιδρύθηκε η «Αυτοκέφαλη Μακεδονική Εκκλησία», παρά τις έντονες αντιδράσεις του Σερβικού Πατριαρχείου, διασπώντας έτσι την πνευματική ενότητα της Ορθοδόξου Σερβικής Εκκλησίας.
Η Σύνοδος της Ιεραρχίας της Σερβικής Εκκλησίας άντεξε στις πιέσεις του καθεστώτος για την αναγνώρισή της και στις 15 Ιουλίου του 1967 αποφάσισε να διακόψει τις λειτουργικές και κανονικές σχέσεις με την σχισματική Ιεραρχία των Σκοπίων, γιατί αυτοτελώς και αντικανονικά αποσχίστηκε από τη Μητέρα Εκκλησία και αποτέλεσε μια σχισματική θρησκευτική οργάνωση.
Γι’ αυτό και ίδρυσε στη συνέχεια τηνΑρχιεπισκοπή Αχρίδος, η οποία είναι η Εκκλησία που αναγνωρίζεται επίσημα από τις υπόλοιπες ορθόδοξες εκκλησίες, αλλά όχι από την κυβέρνηση της πΓΔΜ, που έφτασε στο σημείο να συλλάβει και να φυλακίσει επί μήνες τον επικεφαλή της.
Η θέση αυτή έγινε και θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των άλλων επιμέρους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Από τότε και μέχρι σήμερα έγιναν πολλές προσπάθειες προσέγγισης από την πλευρά της Σερβικής εκκλησίας. Το πρόβλημα και η αποτυχία των συνομιλιών συνίσταται στο γεγονός ότι, οι εκπρόσωποι της λεγόμενης «Μακεδονικής Εκκλησίας», επιμένουν στο αίτημά τους για την αναγνώριση τους ως «Αυτοκέφαλη Μακεδονική Εκκλησία».
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι ο ασφυκτικός εναγκαλισμός, από το κράτος, της εκκλησίας των Σκοπίων και η χρησιμοποίηση τηςγια πολιτικούς και εθνικιστικούς στόχους, που είναι ξένοι προς το πνευματικό έργο μιας αληθινά ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ως εκ τούτου, η απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου του 1967 της Συνόδου της Ιεραρχίας της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας παραμένει σε ισχύ έως ότου η λεγόμενη «Μακεδονική Εκκλησία» να αποδεχθεί την κανονική τάξη της ΟρθόδοξηςΕκκλησίας.
Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό όπλο την κατάσταση στο εκκλησιαστικό ζήτημα του κράτους των Σκοπίων, σε συνεργασία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την Εκκλησία της Ελλάδος και την άμεσα ενδιαφερόμενη Εκκλησία της Σερβίας, αφού η απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει αυτή η σχισματική εκκλησία, εδώ και πολλές δεκαετίες, την έχει φέρει σε απόγνωση, έστω κι αν οι εκπρόσωποί της δεν το παραδέχονται και δεν το ομολογούν δημοσίως.
Ως αφετηρία της αναβίωσης του «Μακεδονικού» μπορούμε να θεωρήσουμε τις πρώτες ελεύθερες πολυκομματικές εκλογές στην περιοχή των Σκοπίων (Νοέμβριος 1990) και την ανάδειξη της πρώτης μετακομμουνιστικής πολυκομματικής Βουλής, η οποία σηματοδότησε τις μετέπειτα εξελίξεις. Ψηφίζεται το νέο Σύνταγμά αυτής της Δημοκρατίας, με την ψήφιση τροπολογιών ισχυουσών Συνταγματικών Διατάξεων προς τη μετάβαση από καθεστώς της σοσιαλιστικής δημοκρατίας στο καθεστώς δυτικού τύπου δημοκρατίας, χωρίς η μετάβαση αυτή να στερείται διαφόρων ιδιαιτεροτήτων, όπως είναι οι διατάξεις περί μεταβολής συνόρων, οι οποίες βρίσκονται στο προοίμιο των άρθρων 3, 68 και 74, αλλά και περί προστασίας μειονοτήτων σε γειτονικές χώρες άρθρο 49 παρ. 1 στο οποίο αναφέρεται: «Η Δημοκρατία, μεριμνά για την κατάσταση και τα δικαιώματα του σλαβομακεδονικού λαού στις γειτονικές χώρες». Είναι ολοφάνερο πως η αναφορά γίνεται για τους πολίτες της Αλβανίας, της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας, τους οποίους τα Σκόπια θεωρούν ότι αποτελούν τη λεγόμενη «σλαβομακεδονική μειονότητα»! Σχεδίασαν, επίσης, μια νέα σημαία του κράτους τους με σύμβολο τον Ήλιο της Βεργίνας!
Στις 16 Δεκεμβρίου του 1991, συνέρχονται στις Βρυξέλλες οι υπουργοί Εξωτερικών των «12» της Ε.Ο.Κ. σε μια συνεδρίαση η οποία θα αποδειχτεί ιστορική. Είναι περασμένα μεσάνυχτα Δευτέρας προς Τρίτη, όταν κάτω από την ασφυκτική πίεση της Γερμανίας, καταλήγουν στην απόφαση να αναγνωρίσουν το δικαίωμα ανεξαρτητοποίησης των επί μέρους Ομόσπονδων Γιουγκοσλαβικών Δημοκρατιών (Σλοβενίας - Κροατίας) και να σηματοδοτήσουν την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Στις 19 Δεκεμβρίου, δύο μόλις ημέρες μετά την ανακοίνωση της απόφασης της Ε.Ο.Κ. συνέρχεται η βουλή των Σκοπίων και εγκρίνει διακήρυξη, με την οποία υιοθετεί τα κριτήρια που θέσπισε, ως προϋπόθεση αναγνώρισης ανεξάρτητων χωρών, το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ο.Κ., χώρες οι οποίες προέρχονται από τη διάλυση των κρατών του «Υπαρκτού Σοσιαλισμού».
Τον Ιανουάριο του 1991 ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας Κίρο Γκλιγκόροφ (Kiro Gligorov), μετά από τα συντριπτικά αποτελέσματα του δημοψηφίσματος που έγινε, κήρυξε την πλήρη ανεξαρτησία της χώρας του και τη μετονομασία της σε «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Το Βελιγράδι συνεργάστηκε μαζί του και απέσυρε όλες τις ομοσπονδιακές γιουγκοσλαβικές δυνάμεις από το νέο κράτος και η απόσχιση, σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, ήταν ειρηνική και αναίμακτη.
Από το 1991 μέχρι σήμερα συνεχίζεται η πολιτική και διπλωματική διαμάχη γύρω από τό όνομα της γειτονικής χώρας. Η χώρα μας, πολύ σωστά, υποστήριξε, ευθύς εξαρχής, ότι η ονομασία Μακεδονία αποτελεί ελληνική ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά και διατράνωσε προς όλους ότι η ιστορία της Μακεδονίας και ειδικά η συγκεκριμένη ονομασία, ως πατρική ταυτότητα και κληρονομιά, δεν είναι διαπραγματεύσιμη και δε δύναται να παραχωρηθεί σε τρίτους. Γι’αυτό και πίεσε τη νεοσύστατη Δημοκρατία, μέσω της τότε ΕΟΚ, να συμμορφωθεί με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και τις αρχές της καλής γειτονίας.

Στις 13 Απριλίου 1992 η Ελλάδα, όταν το πρόβλημα του ονόματος πήρε την πλήρη σαφή και ουσιαστική μορφή του, διατύπωσε την επίσημη θέση της, για το θέμα της ονομασίας του γειτονικού κράτους, με την απόφαση του Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών, που συνήλθευπό τον τότε Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή. Η απόφασηδήλωνε ρητά πως δεν πρέπει να γίνει αποδεκτό κανένα όνομα που θα αναφέρεται στον όρο «Μακεδονία» ή σε παράγωγά του.
Στις 27 Ιουνίου του ιδίου έτους, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής της Λισσαβόνας, η Ευρώπη δήλωσε την υποστήριξή της στις ελληνικές θέσεις. Η αναγνώριση αυτής της νέας Δημοκρατίας από την Ελλάδα και την τότε ΕΟΚ συνδέθηκεμε τις εξής προϋποθέσεις:
Αλλαγή της αμφισβητούμενης συνταγματικήςονομασίας «Δημοκρατία της Μακεδονίας» με όνομα που δεν θα περιέχει τον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγά του.
Παύση της αλυτρωτικής και εχθρικής προπαγάνδας των Σκοπίων και προσφορά συνταγματικών και πολιτικών εγγυήσεων σχετικά με τις δήθεν εδαφικές διεκδικήσεις αυτής της νέας Δημοκρατίας από τις γειτονικές της χώρες - τροποποιήσεις των επίμαχων άρθρων του Συντάγματος στις διατάξεις περί μεταβολής των συνόρων και περί δήθεν προστασίας των μειονοτήτων σε γειτονικές χώρες -άμεση αλλαγή του συμβόλου που υπήρχε στη σημαία και στο νέο χαρτονόμισμα (σ.σ. ο ήλιος της Βεργίνας-ο Λευκός Πύργος).
Στις 8 Απριλίου 1993, το κρατίδιο αναγνωρίστηκε στα Ηνωμένη Έθνη (Απόφαση Συμβουλίου Ασφαλείας 817/1993) με την προσωρινή ονομασία της «πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», χωρίς το δικαίωμα ανάρτησης σημαίας. Αποδεχόμενη την απόφαση αυτή η πΓΔΜ δέχθηκε επισήμωςότι το όνομα του κράτους αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα, αλλά και η χώρα μας συνειδητά ή ασυνείδητα συμφώνησε ότι η πρώην γιουγκοσλαβική δημοκρατία έφερε το όνομα «Μακεδονία»!!!
Με βάση την απόφαση αυτή οι δύο χώρες (πΓΔΜ και Ελλάδα) ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, για την τελική ονομασία του κρατιδίου.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1994 η Κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου αποφάσισε τον οικονομικό αποκλεισμό (εμπάργκο) της πΓΔΜ και τη διακοπή της λειτουργίας του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στα Σκόπια, ως μέσο πίεσης για την αποδοχή των ελληνικών όρων. Αμέσως άρχισανοι παρεμβάσειςαπό τους μεσολαβητές για την άρση του εμπάργκο. Η Ελλάδα παραπέμπεται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αλλά αυτό δεν κάνει δεκτό το αίτημα για λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά της Ελλάδας.
H Αμερική εντείνει τις προσπάθειές της για την άρση του ελληνικού εμπάργκο και στις 4 Σεπτεμβρίου 1995, από τα Σκόπια, ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α. Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, από την Αθήνα ο τότε πρέσβης Τόμας Μίλερ και από την Ουάσινγκτων ο τότε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νίκολας Μπερνς, ανακοινώνουν ταυτόχρονα την επίτευξη συμφωνίας Ελλάδας – πΓΔΜ για απευθείας διάλογο, υπό την αιγίδα του Σάιρους Βανς, με σκοπό την υπογραφή μιας «ενδιάμεσης» συμφωνίας.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1995, στην Νέα Υόρκη των Η.Π.Α., υπογράφεται η «Ενδιάμεση Συμφωνία» από τον τότε υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας κ. Παπούλια και τον τότε υπουργό Εξωτερικών της πΓΔΜ κ. Τσερβενκόφσκι , η οποία προέβλεπε:
• Τον σεβασμό των υπαρχόντων συνόρων.
• Την υποχρέωση της Ελλάδας να αναγνωρίσει τα Σκόπια με την προσωρινή ονομασία «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ)».
• Την υποχρέωση τηςπΓΔΜ να προχωρήσει σε άμεση αλλαγή του συμβόλου που υπάρχει στη σημαία της και να σχεδιάσει μια νέα σημαία.
• Η πΓΔΜ υποχρεώνεται να σταματήσει την έκδοση και να αλλάξει το νέο της χαρτονόμισμα με την απεικόνιση του Λευκού Πύργου της Θεσσαλονίκης.
• Η πΓΔΜ θα πρέπει να διακηρύξει επισήμως ότι τα επίμαχα άρθρα στο Σύνταγμά της δεν ερμηνεύονται ως διεκδίκηση ελληνικού εδάφους, αλλά ούτε και ως ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας.
• H Ελλάδα έχει τη δυνατότητα βάση του άρθρου 11, να αντιταχθεί στην ένταξη της γείτονος χώρας σε διεθνείς οργανισμούς με ονομασία διαφορετική από της πΓΔΜ (FYROM).
• Άρση του ελληνικού εμπάργκο. (σ.σ. Το ελληνικό εμπάργκο επέφερε ζημιά 1,5 δις δολαρίων στην οικονομία της πΓΔΜ. Τα διυλιστήρια και τα χαλυβουργεία διέκοψαν τη λειτουργία τους, επειδή δεν μπορούσαν να ανεφοδιαστούν από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Από τότε μέχρι σήμερα όλοι, ακόμη και οι ίδιοι οι Σλάβοι κάτοικοι της πΓΔΜ, αναγνωρίζουν ότι η πΓΔΜ δεν μπορεί να αναπνεύσει οικονομικά χωρίς την Ελλάδα).
Μέχρι να βρεθεί μόνιμη και τελική λύση συμφωνήθηκε να χρησιμοποιείται ως προσωρινό όνομα το «πΓΔΜ» (πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας), με το οποίο έγινε δεκτή και στον ΟΗΕ.
Στις 12 Οκτωβρίου 1995, το Μόνιμο Συμβούλιο του Ο.Α.Σ.E. αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, την ένταξη των Σκοπίων με την αγγλική ονομασία former Yugoslav Republic of Macedonia ή με τη συντομογραφία fYROM.
Οι δύο χώρες (πΓΔΜ και Ελλάδα) άρχισαν ξανά διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για την τελική ονομασία του κρατιδίου.Το Σεπτέμβριο του 2002 η Ενδιάμεση Συμφωνία έληξε δίχως αποτέλεσμα και πήρε μια«σιωπηλή παράταση», αφού οι ΗΠΑ ενδιαφέρονταν απλά και μόνο να κλείσει αυτό το θέμα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες μιας βεβιασμένης απόφασης.
Το Νοέμβριο του 2004, μια μέρα μετά την επανεκλογή του, ο Τζόρτζ Μπούςμε ένα αιφνίδιο, αλλά προκαθορισμένο διπλωματικό «χτύπημα», ανακοίνωσε την μονομερήαναγνώριση των Σκοπίων από τις ΗΠΑ με την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Η απόφαση αυτή στην ουσία δεν ήταν αιφνιδιαστική γιατί από καιρό υπήρχαν οι ενδείξεις ότι κάτι δεν πάει καλά. Πριν από λίγο καιρόη Αμερική είχε υπογράψει δύο διακρατικές συμφωνίες με την ΠΓΔΜ, στις οποίες η χώρα αυτή αναφερόταν με το όνομα «Μακεδονία». Η πρώτη ήταν τον Ιούνιο του 2003 και αφορούσε την εξαίρεση των Αμερικανών πολιτών από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και η δεύτερη στις 11 Οκτωβρίου του 2004 όταν ο ΝτόναλντΡάμσφελντ υπέγραψε αμυντική συμφωνία με τα Σκόπια.
Η Αμερική, για να κατευνάσει την ελληνική δυσαρέσκεια, χρησιμοποίησε ως επιχείρημα την πιθανή αναβίωση των διακοινοτικών διαφορών Σλάβων και Αλβανών. Υποστηρίχθηκε τότε ότι η κίνηση αυτή θα ενίσχυε την κυβέρνηση της ΠΓΔΜ ενόψει του δημοψηφίσματος της 7 Νοεμβρίου (Συμφωνία Αχρίδας 13/08/2001 μεταξύ Σλάβων και Αλβανών για το Νέο Διοικητικό Χάρτη), προκειμένου ναεκχωρήσει περισσότερες εξουσίες στην αλβανική μειονότητα της χώρας.
Το Δεκέμβριο του 2005 η ΠΓΔΜ έθεσε υποψηφιότητα προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία παραμένει σε εκκρεμότητα λόγω των ελληνικών αντιδράσεων.
Το Μάρτιο του 2008 η Ακαδημία Αθηνών εξέδωσε δημόσια τοποθέτηση με την οποία καλούσε σε «εξεύρεση σύνθετης ονομασίας με περιεχόμενο γεωγραφικό, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τη διαφοροποίηση μεταξύ της αρχαίας Μακεδονίας και του κράτους της ΠΓΔΜ». Σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας Το Παρόν, το οποίο δεν διαψεύστηκε, η Ακαδημία και το 2004 είχε συζητήσει το ζήτημα σε μία κλειστή συνεδρίαση και εισηγήθηκε στον Έλληνα υπουργό εξωτερικών Πέτρο Μολυβιάτη την αποδοχή της ονομασίας «Σλαβομακεδονία» και κατά δεύτερον την ονομασία «Νέα Μακεδονία» ως την «ολιγότερο επιβλαβή λύση».
Τον Απρίλιο του 2008 η Ελλάδα, κατά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, άσκησε βέτο στην ένταξη της όμορης χώρας στην ατλαντική συμμαχία και η αίτηση ένταξης της ΠΓΔΜαπορρίφθηκε ομόφωνα από τα μέλη του ΝΑΤΟ.
Στις 21 Μαρτίου 2011 η πΓΔΜ ξεκίνησε προφορική διαδικασία προσφυγής κατά Ελλάδας στο Δικαστήριο της Χάγης, η οποία κατατέθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2008. Στην προσφυγή επικαλέσθηκε την παραβίαση από την Ελλάδα του Άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό η Ελλάδα συμφωνούσε να μην προβάλλει αντιρρήσεις στην αίτηση της πΓΔΜ για συμμετοχή σε οργανισμούς στους οποίους η Ελλάδα ήταν ήδη μέλος π.χ. ΝΑΤΟ ή Ευρωπαϊκή Ένωση),με αιτιολογία τη μή συμφωνία για το όνομα. Το Δικαστήριο στις 5 Δεκεμβρίου 2011 καταδίκασε την Ελλάδα για τις επίσημες δηλώσεις, κατά τη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου, όπου ουσιαστικά η χώρα μας αρνούνταν την ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, λόγω της μη εύρεσης λύσης για το όνομα. Η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung, μάλιστα, δημοσίευσε άρθρο για τη “Μακεδονία”» με τον υπότιτλο «Επιτυχία για το βαλκανικό κράτος στη διαμάχη του ονόματος με την Ελλάδα», παρόλο που η απόφαση του δικαστηρίου δεν αφορούσε την διαμάχη για την ονομασία καθαυτή.
Η πολιτική της Ελλάδος, στην άσκηση βέτο δέχτηκε αρνητική κριτική σε άρθρα στον διεθνή, αλλά και σε μια μερίδα του ελληνικού τύπου. Ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ Νίκολα Γκρούεβσκι, σε ομιλία του δήλωσε ότι, η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, δίνει το “το δικαίωμα να χρησιμοποιεί η πΓΔΜ το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» στην επικοινωνία της με τους διεθνείς οργανισμούς και σε διμερές επίπεδο”.
Παρά το γεγονός ότι, μέχρι σήμερα, δεν έχει υπάρξει επίτευξη συμφωνίας, η κυβέρνηση της πΓΔΜ διακηρύσσει ότι περισσότερες από 130 χώρες έχουν αναγνωρίσει την χώρα με το συνταγματικό της όνομα. Ανάμεσα τους είναι η Βουλγαρία, η Τουρκία, η Ρωσία, η Κίνα, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, ο οποίος διευκρίνισε πως θα χρησιμοποιεί τη συνταγματικήονομασία των Σκοπίων μόνο στις διμερείς τους σχέσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βουλγαρία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της πΓΔΜ, αλλά όχι και την ύπαρξη ξεχωριστού έθνους Σλαβομακεδόνων και ξεχωριστής σλαβομακεδονικής γλώσσας, αφού θεωρεί τους πολίτες της πΓΔΜ ως ομόεθνους και ομόγλωσσούς της. Στο πλαίσιο αυτό η Βουλγαρία χορηγεί βουλγαρικό διαβατήριο σε όποιον πολίτη της πΓΔΜ το αιτηθεί, αποδεικνύοντας εθνική βουλγαρική καταγωγή. Μεταξύ αυτών που ζήτησαν και πήραν το βουλγαρικό διαβατήριο είναι και ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας κ. Λιούμπκο Γκεοργκιέφσκ!
Πέραν της ονομασίας το μεγάλο πρόβλημα των Σκοπίων, εδώ και χρόνια, δεν είναι άλλο από την αγορά εργασίας. Μεγάλη ανησυχία είχαν κι έχουν οι Σκοπιανοί για το τι θα συμβεί αν διαταραχτούν πλήρως οι σχέσεις τους με την Ελλάδα και περιοριστούν οι ελληνικές επενδύσεις.
Υπολογίζεται ότι στην ευρύτερη περιοχή των Σκοπίων δραστηριοποιούνται περίπου 200 μικρές και μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ το ποσοστό της ανεργίας είναι πολύ υψηλό.
Από τότε και μέχρι τώρα υποτίθεται πως ο διάλογος μεταξύ των δύο χωρών θα είχε προχωρήσει και θα βρισκόταν σε καλό σημείο, κυρίως δε πως θα τηρούνταν τα συμφωνηθέντα.
Όμως η κυβέρνηση των Σκοπίων δεν δέχτηκε καμία συζήτηση για το θέμα του ονόματος και εμείς από την πλευρά μας το αφήσαμε σχεδόν να ξεχαστεί. Μεταθέταμε το πρόβλημα στο μέλλον και φτάσαμε σήμερα στο σημείο τρεις από τις πέντε χώρες του Συμβουλίου Ασφαλείας – Η.Π.Α, Ρωσία και Κίνα- να έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ενώ εμείς ομφαλοσκοπούσαμε, προσπαθώντας να αποδείξουμε –αν είναι δυνατόν- πως η ελληνική Μακεδονία είναι ελληνική!
Σήμερα υπάρχουν μερικές θετικές παράμετροι, που δημιουργούν μιαν αισιόδοξη προοπτική για την επίλυση του προβλήματος, χωρίς να θιχτούν ή να υπονομευτούν τα καλώς εννοούμενα εθνικά μας συμφέροντα. Η νέα πιο διαλλακτική σκοπιανή κυβέρνηση, η αδήριτη ανάγκη του κρατιδίου να ενταχθεί στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, η διαφαινόμενη έξοδος της χώρας μας από τα μνημόνια τον Αύγουστο του 2018 και η σταδιακή ισχυροποίηση της ελληνικής οικονομίας, μπορεί να επιτρέψουν την ευτυχή κατάληξη ενός ζητήματος που η παραπομπή του στις καλένδες είναι βέβαιο πως δεν μας ωφέλησε.
Αυτό που χρειάζεται τώρα, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι να πάψουν οι υπερβολές περί «εθνικής μειοδοσίας», η πλειοδοσία περί πατριωτισμού και μη πατριωτισμού κτλ, οι άναρθρες κραυγές και τα ανούσια συλλαλητήρια, που λειτουργούν μόνο εκτονωτικά σε συναισθηματικό επίπεδο, εξυπηρετώντας όχι το εθνικό συμφέρον, αλλά τις κομματικές επιδιώξεις κάποιων. Και να μην βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα προτού να υπάρξει «λευκός καπνός» για την επίτευξη λύσης στην ονομασία και τα συμπαρομαρτούντα. Οι κάθε λογής υπερπατριώτες, που σπεύδουν να χαρακτηρίσουν τον Πρωθυπουργό, τον Υπουργό Εξωτερικών και την Κυβέρνηση ως «εθνικούς προδότες ή μειοδότες», ας ηρεμήσουν λιγάκι, γιατί με τις φωνασκίες και τους λεονταρισμούς ο τόπος μας ποτέ δεν πήγε μπροστά. Το αντίθετο ζημιώθηκε και πολύ μάλιστα!

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ηλία Μακρή
Το κλίκ της ημέρας
του Ηλία Μακρή

Πρόσφατα Νέα

Koutsoviti

Η δική σας είδηση