
Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε για δεκαετίες δυσκολίες και κρίσεις, ταλαιπωρήθηκε και κλονίστηκε από τις αποφάσεις των πολιτικών ηγεσιών της και τις υποτακτικές, μέχρι δουλικές συμπεριφορές τους απέναντι στους «συμμάχους». Πορεύθηκε χωρίς πυξίδα και προσανατολισμό και έρμαια οδηγήθηκε στην υποβάθμιση και την απαξίωση και ήταν εύκολη λεία για τα κοντινά και μακρινά αρπαχτικά. Ποτέ δεν σήκωσε το κεφάλι, δεν στάθηκε με αξιοπρέπεια, όπως αρμόζει σε ένα αυτοδιοικούμενο και ελεύθερο κράτος.
Μετά την παρέλευση λίγου χρόνου από το τετραήμερο πένθος, τις μεσίστιες σημαίες και τους πολλαπλούς επικήδειους λόγους που εκφωνήθηκαν για την απώλεια του Κ. Σημίτη (5/1/2025), με ψυχραιμία και νηφαλιότητα προσεγγίζουμε τα πεπραγμένα της πρωθυπουργίας του (1996-2004), χωρίς μεροληψία, επικριτική ή υποστηρικτική διάθεση. Η παράθεση των σημαντικών περιστατικών και συμβάντων που έχουν καταγραφεί, όσα επιτρέπει ο χώρος ενός άρθρου, αποτελεί μέγιστη υποχρέωση με υψηλό αίσθημα ευθύνης.
Η κρίση των Ιμίων επαναφέρει στη μνήμη τα θλιβερά γεγονότα εκείνων των ημερών, τα οποία σημάδεψαν την πορεία της χώρας, αποκάλυψαν και ανέδειξαν το έλλειμμα της πολιτικής ηγεσίας στο να χειριστεί και να υπερασπιστεί με πίστη και αποφασιστικότητα τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Η συσταθείσα κυβέρνηση του Κ. Σημίτη (18/1/1996) και προσωπικά ο πρωθυπουργός κατέδειξαν την αδυναμία και την ανικανότητά τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που προέκυψαν από την αμφισβήτηση της ελληνικότητας των δυο ελληνικών νησιών Ίμια, από την Τουρκία. Οι χειρισμοί τους, αδέξιοι και κακοί, μέχρι υποτακτικοί, κατέληξαν σε βάρος της Ελλάδας, με την παραχώρηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στη γκρίζα ζώνη του Αιγαίου.
Τα ερωτήματα ήταν αμείλικτα και παραμένουν ακόμη αναπάντητα:
Γιατί η Ελληνική Κυβέρνηση κατέβασε την ελληνική σημαία από ελληνικό νησιώτικο έδαφος; Γιατί δεν τοποθέτησε φρουρές και στα δύο νησιά μετά την απομάκρυνση της Τουρκικής σημαίας; Γιατί δέχθηκε να αποσύρει τις στρατιωτικές της δυνάμεις από ελληνική περιοχή; Γιατί ο Υπουργός Εξωτερικών Θ. Πάγκαλος περιφερόμενος από κανάλι σε κανάλι δήλωνε ότι: «Τη σημαία την πήρε ο άνεμος» και ότι «η Ελλάδα δεν είχε την πρόθεση να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα πέραν των έξι μιλίων»; Γιατί ο πρωθυπουργός λίγες ώρες μετά την κρίση-υποχώρηση ευχαρίστησε τους Αμερικανούς από το βήμα της Ελληνικής Βουλής για τις υπηρεσίες που προσέφεραν, τη στιγμή που είχαν χαθεί τρεις Έλληνες αξιωματικοί και Ελληνικά νησιά είχαν περάσει σε ζώνη αμφισβήτησης;
Την οκταετία της πρωθυπουργίας του έγιναν σημαντικά έργα, περισσότερα από τον μέσο όρο που γίνονταν σε άλλα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα, τα οποία βελτίωσαν τη ζωή στην Ελλάδα. Στα θετικά επίσης καταγράφηκε η κόντρα με την Εκκλησία, με την μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, απόφαση που ήταν Ευρωπαϊκή θέση και απαίτηση.
Ο Κ. Σημίτης, πιστός και ένθερμος Ευρωπαϊστής, με τον λεγόμενο εκσυγχρονισμό εφάρμοσε και προώθησε τις αρχές του νεοφιλελευθερισμού με την ψήφιση της μερικής απασχόλησης για την αύξηση δήθεν της ανταγωνιστικότητας και την ευελιξία της αγοράς εργασίας, την αποψίλωση του Ασφαλιστικού συστήματος, όπου οι κοινωνικές αντιδράσεις προκάλεσαν αναταράξεις και μέσα στο ΠΑΣΟΚ και όταν το Δημόσιο χρέος από 97,8 δισ. ευρώ το 1996 έφτασε στα 167,8 δισ. ευρώ το 2003.
Ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος για την ενορχηστρωμένη κλοπή του χρηματιστηρίου, που έχασαν τις οικονομίες ετών χιλιάδες πολίτες, από μεγάλες εταιρίες, τράπεζες και διαπλεκόμενους πολιτικούς, όταν επώνυμοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι καλούσαν δημόσια τους αποταμιευτές για αγορά μετοχών, μιλώντας για άνοδο του δείκτη και αύξηση των κερδών. Μάλιστα, ο υπουργός οικονομικών Γιάννος Παπαντωνίου διαβεβαίωνε ότι το ελληνικό χρηματιστήριο θα απογειωθεί και θα ξεπεράσει τις 7.000 μονάδες.
Δεν πήρε μέτρα για τα σκάνδαλα με τις μίζες (Siemens), ακόμα και όταν η διαφθορά οργίαζε στους κόλπους της κυβέρνησης (Τσοχατζόπουλος, Παπαντωνίου, Μαντέλης, Τσουκάτος), όπου μερικοί διώχθηκαν ποινικά και πέρασαν ακόμη και την πόρτα της φυλακής, ενώ δήλωσε αργότερα ότι δεν γνώριζε τίποτα.
Παρέδωσε τον διωκόμενο από χώρα σε χώρα ηγέτη των Κούρδων Αμπντουλάχ Οτζαλάν στους λύκους της Άγκυρας, μέσω της Ελληνικής πρεσβείας στο Ναϊρόμπι της Κένυας.
Με παρέμβαση στη δικαιοσύνη έβαλε ταφόπλακα στις διεκδικήσεις των πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία, με τον Μανώλη Γλέζο να τον αποκαλεί «νεκροθάφτη των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα».
Υποστήριξε το σχέδιο Ανάν για την Κύπρο, το οποίο απέρριψε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Τάσος Παπαδόπουλος και ο Κυπριακός λαός και, αρκετά χρόνια αργότερα, πολέμησε σφόδρα τη Συμφωνία των Πρεσπών, συμπλέοντας με τους Μακεδονομάχους του Κ. Μητσοτάκη.
Όμως, το χειρότερο και καταστροφικότερο ήταν η ένταξη με πλασματικά στοιχεία στην ΟΝΕ, πράξη που όπως αποκαλύφθηκε ήταν προσωπική του επιλογή, με το έτσι θέλω, παρότι η Ελλάδα δεν ήταν έτοιμη για μια τέτοια υπέρβαση, δηλαδή να υιοθετήσει ένα σκληρό νόμισμα. Η ευφορία διαχεόταν από την κυβερνητική προπαγάνδα, ότι θα μπαίναμε κι εμείς στο κλαμπ των ισχυρών της Ευρώπης και ότι θα γινόταν σύγκληση των μισθών μας με τους μισθούς των πλουσιοτέρων χωρών. Μας έδειχναν το τυράκι, αλλά μας έκρυβαν τη φάκα. Οι τιμές στρογγυλοποιήθηκαν αυτόματα προς τα πάνω, αλλά όλοι πιστεύαμε ότι σύντομα θα αυξηθεί η οικονομική μας δυνατότητα. Μια πλάνη, η οποία αποκάλυψε σύντομα το μέγεθος του φαρισαϊσμού, της πολιτικής υποκρισίας και απάτης.
Στις εθνικές εκλογές του 2000 είχε πρωτοφανή στήριξη από όλα τα ΜΜΕ, «Αρχιερέα της διαπλοκής» τον αποκάλεσε ο Κώστας Καραμανλής, του οποίου υπερίσχυσε με 1% (43,79% έναντι 42,74%) και από εκεί και πέρα, μέχρι να δώσει το δαχτυλίδι στον Γιώργο Παπανδρέου, βρισκόταν πίσω από τη ΝΔ ακόμη και με 15%, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Την ήδη δρομολογημένη οικονομική κατάσταση δεν μπόρεσε να τη διαχειριστεί η επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ και η χώρα οδηγήθηκε το 2010 από το ΠΑΣΟΚ στο ΔΝΤ. Έτσι, το όνειρο της Ευρωζώνης έγινε εφιάλτης, με τα σκληρά προγράμματα της λεγόμενης προσαρμογής και αυστηρής λιτότητας, που καταδίκασαν τη χώρα σε βίαιη φτωχοποίηση.
Σημειώνεται ότι, ο τότε βουλευτής Τρικάλων του ΠΑΣΟΚ Χρήστος Μαγκούφης αποκάλεσε τον πρωθυπουργό Κ. Σημίτη πολιτικό νάνο. Διαγράφηκε από το κόμμα, αλλά επανήλθε και επανεξελέγη βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ το 2000.