Η Ελλάδα, από την επανάσταση του 1821, τη σύσταση του νεότερου ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα είναι εξαρτημένη χώρα και κινείται από τις επιρροές, τα κελεύσματα και τις πιέσεις των λεγόμενων μεγάλων δυνάμεων της Δύσης. Αρχικά από τη Μεγάλη Βρετανία και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από τις ΗΠΑ. Οι δυνάμεις αυτές κατά διαστήματα, εκτός από τα ξενόφερτα βασιλικά μορφώματα, στήριζαν μια σπείρα ντόπιων στρατιωτικών συνωμοτών, οι οποίοι καταργούσαν τη Βουλή και το δημοκρατικό πολίτευμα και επέβαλαν καθεστώς φίμωσης, φόβου και υποταγής για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Εκμεταλλευόμενες τις νοσηρές εξουσιαστικές αντιλήψεις στρατιωτικών και πολιτικών ανδρείκελων, την ιδεολογική διασπορά του λαού και κυρίως την ανικανότητα του πολιτικού συστήματος έβρισκαν πρόσφορο το έδαφος για την εφαρμογή των επιλογών τους.
Οι δικτάτορες, εκτός από τη γαλούχηση και την κατήχησή τους σε δυτικού τύπου πρότυπα, ήταν μια ζωή εγκλωβισμένοι και περιχαρακωμένοι στα καγκελόφρακτα στρατόπεδα, σε μια καθημερινότητα διαταγών και υποκλίσεων, φυσικό είναι να έχουν περιορισμένη αντίληψη για τους κοινωνικούς χώρους και τις κοινωνίες των λαών. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους θεωρούν ότι κατέχουν την ισχύ με τον χειρισμό των όπλων, στην πραγματικότητα όμως καμιά δύναμη δεν έχουν, αφού είναι εκτελεστικά όργανα της πολιτικής ηγεσίας. Έτσι, σφυρηλατείται και προάγεται μέσα τους ένα αντιφατικό περιεχόμενο για τη δημοκρατία και τους θεσμούς της, γιατί κυριαρχούνται από τη φαντασίωση της εξουσιαστικής επιβολής. Διακοσμημένοι με γαλόνια, σιρίτια και παράσημα που απόκτησαν εν καιρώ ειρήνης, αν και ορκισμένοι για την άμυνα της χώρας έστρεψαν τα όπλα εναντίον των υποτιθέμενων εσωτερικών εχθρών.
Οι δικτατορίες, εκτός από την τραγική, έχουν και την κωμική πλευρά τους, με αποφάσεις και γεγονότα που ξεπέρασαν ακόμη και τα όρια της γελοιότητας. Εδώ καταγράφονται μερικά από τα πολλά κωμικοτραγικά μέτρα που εφάρμοσαν, τα οποία είναι άξια «θαυμασμού».
Στην Ελλάδα, το 1926, ο κινηματίας, συνωμότης και δικτάτορας Πάγκαλος υποχρέωνε τις γυναίκες να φοράνε φούστες, που η άκρη τους δεν θα απέχει πάνω από 30 πόντους από το έδαφος. Τότε, οι πρώτες φεμινίστριες έσκιζαν τα σουτιέν τους, με τις θηλές του στήθους να διακρίνονται προκλητικά κάτω από το ρούχο. Χωροφύλακες εφοδιασμένοι με μεζούρες σταματούσαν τις γυναίκες στο δρόμο και αν το ύψος της φούστας τους δεν ήταν στο πλαίσιο του νόμου τις οδηγούσαν στα κρατητήρια. (Η δικτατορία της μεζούρας)
Το στυγνό δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου 1936 είχε τη στήριξη του βασιλιά, ο οποίος με διάγγελμά του στον ελληνικό λαό επιχείρησε να δικαιολογήσει την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου και τη διάλυση της Βουλής. Ο Βρετανός πρέσβης σερ Σίδνεϋ Ουατερλόου τηλεγραφούσε στο Λονδίνο: «Πρόκειται για “κυβέρνηση μηδενικών” με “εγκέφαλο” τον Βασιλιά και στο πηδάλιο ως “όργανό του” τον “πολύ ταπεινό υπηρέτη του” Ιωάννη Μεταξά». Αυτή η κυβέρνηση των μηδενικών πήρε αυστηρά μέτρα, ανάμεσα στα άλλα κωμικά και ευτράπελα, τα οποία τη χαρακτηρίζουν. Τον Ιούνιο του 1937 εκδόθηκε αστυνομική διαταγή που απαγόρευε τη βλασφημία των θείων και τας δημοσίας ύβρεις. Σε διάφορες πόλεις δημιουργήθηκαν «Αντιβλασφημικοί Σύνδεσμοι» και στις 11 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε το πρώτο Αντιβλασφημικό Συνέδριο. Γράφει η εφημερίδα «Ελληνικόν Μέλλον» της εποχής: «Εις την εναρκτήριον συνεδρίασιν του Αντιβλασφημικού Συνεδρίου, θα παραστούν, ως ανεκοινώθει, ο υπουργός της Παιδείας κ. Γεωργακόπουλος, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, ο Δήμαρχος και άλλοι επίσημοι». Υπήρξε και προσπάθεια διαμόρφωσης διατροφικών συνηθειών. Έτσι αποφασίστηκε ο γιορτασμός της πρώτης επετείου της δικτατορίας να γίνει με γιουβέτσι και τις επόμενες ημέρες ξεκίνησε η εκστρατεία προώθησης της πατάτας, ως τροφής, ευελπιστώντας ότι θα αντικαθιστούσε το ψωμί και θα περιορίζονταν οι εισαγωγές σε σιτάρι, όπως γράφει η «Ακρόπολις» της 14ης Αυγούστου 1937. Τον Μάιο του 1938 με νέα διαταγή καθοριζόταν ότι οι πεζοί πρέπει να βαδίζουν στη δεξιά πλευρά των πεζοδρομίων κ.λπ. Η εφημερίδα «Ακρόπολις» της εποχής έγραψε: «Από σήμερον το απόγευμα οι Αθηναίοι υποχρεούνται να βαδίζουν “όλο δεξιά”. Θα εφοδιαστούν με εντύπους ειδικάς οδηγίας. Οι παραβάται θα οδηγούνται εις το πταισματοδικείον». Η αυστηρή τήρηση των νόμων και των διατάξεων είχε ανατεθεί στον υφυπουργό Ασφαλείας Μανιαδάκη, που έμεινε γνωστός για την αγριότητα των ανακρίσεων και τις βάναυσες μεθόδους του, που άφησαν εποχή. Σημειώνεται ότι μεταπολεμικά εκλέχθηκε βουλευτής με την ΕΡΕ του Κων/νου Καραμανλή.
Ο δικτάτορας της Απριλιανής χούντας του ’67 Παπαδόπουλος απευθυνόμενος στον ελληνικό λαό είπε: «Ευρισκόμεθα ενώπιον ενός ασθενούς, τον οποίον έχομεν επί της χειρουργικής κλίνης. Οι περιορισμοί τους οποίους θα επιβάλωμεν είναι το δέσιμον του ασθενούς». Το κατά φαντασίαν ιατρικό ανδρείκελο πήρε στα χέρια του τα νυστέρια και τα ψαλίδια θεωρώντας τον εαυτό του ικανό για όλα, λαϊκό σωτήρα και ευεργέτη. Και ο υπουργός της χούντας Πατακός, όταν είδε έναν οδηγό να πετάει στο δρόμο τη γόπα του τσιγάρου, τον κυνήγησε, τον έπιασε και τον υποχρέωσε να μαζέψει τη γόπα που είχε πετάξει. Παράδειγμα καθαρότητας και καθαριότητας. Είχαν «αναπτυγμένο» το επίπεδο της κοινωνικής τους αντίληψης και προσφοράς.
Οι δικτατορίες δυστυχώς ξεκινάνε από μέσα μας. Και αυτό συμβαίνει γιατί ασχολούμαστε με ασήμαντα και περιττά πράγματα και όχι με τη μελέτη σοβαρών βιβλίων. Θα ξανα-έρθουν, αν δεν είναι ήδη εδώ. Θα μας φιμώσουν, θα μας φυλακίσουν και θα μας εξοντώσουν αθόρυβα, μέσα από τα social media. Έτσι επέρχεται ο θάνατος ομαλά, χωρίς αγώνα, με τη νέκρωση της σκέψης, του προβληματισμού και της κρίσης.
ΥΓ. Την εποχή της χούντας, τρεις συνομήλικοι και φίλοι από το Λύκειο, οι δυο φοιτητές στο Πανεπιστήμιο και ο τρίτος με τη στολή της Ευελπίδων, βαδίζαμε συζητώντας σε πεζοδρόμιο στην Αθήνα. Κατά την πορεία ελεύθερα κινούμενοι αλλάζαμε τις μεταξύ μας θέσεις. Ο Εύελπις ερχόταν πάντα δεξιά μας. Ήθελε να βρίσκεται πάντα στα δεξιά μας. Στην παρατήρηση μας είπε ότι, έτσι πρέπει.




