Διογένης ο Κυνικός

Σάββατο, 04 Οκτώβριος 2025 11:03 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Διογένης ο Κυνικός

Ο Διογένης ο Κυνικός (412-323 π.Χ.) από τη Σινώπη του Πόντου ήταν ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας. Χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του. Πίστευε πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτογνωσία, τη λιτότητα και την άσκηση μπορεί κανείς να την εξασφαλίσει. Σημειώνεται ότι η Κυνική Σχολή, που ιδρύθηκε από τον Αθηναίο Αντισθένη (445-360 π.Χ.) στο Κυνόσαργες των Αθηνών, ήταν από τις μακροβιότερες Φιλοσοφικές Σχολές της αρχαιότητας. Σπουδαίος συνεχιστής της ήταν ο Διογένης.

Ήλθε στην Αθήνα εξόριστος από τη γενέτειρά του, επειδή με τον τραπεζίτη πατέρα του είχαν παραχαράξει το νόμισμα της πόλης. Πήγαινε στην Αίγινα, όταν στο πλοίο επιτέθηκαν πειρατές, οι οποίοι τον πήραν αιχμάλωτο και τον πήγαν σε σκλαβοπάζαρο στην Κόρινθο. Ο δουλέμπορος τον ρώτησε τι δουλειά ξέρει να κάνει, για να ενημερώσει τους αγοραστές. Ο Διογένης είπε «ανθρώπων άρχειν», που σημαίνει «διδάσκω τους ανθρώπους αρχές». Και βλέποντας κάποιον Κορίνθιο, έναν άσωτο πλούσιο, είπε στον διαλαλητή: «Πούλησέ με σ’ αυτόν, αυτός χρειάζεται αφεντικό». Εκείνος τον αγόρασε και του ανέθεσε την ανατροφή των παιδιών του. Έλεγε μάλιστα ότι ένα αγαθό πνεύμα είχε μπει στο σπίτι του».

Ο Διογένης είχε απαρνηθεί κάθε πολυτέλεια και ζούσε μέσα σε ένα πιθάρι, με κουρελιασμένα ρούχα. Με αυτόν τον τρόπο ήθελε να δείξει, ότι οι χαρές της ζωής είναι αυτές που προσφέρει η φύση και ότι όλες οι άλλες ανάγκες του ανθρώπου είναι τεχνητές. Διακήρυσσε ότι «η στάση απέναντι στην εξουσία πρέπει να είναι ίδια με τη στάση απέναντι στη φωτιά: να μη στέκεσαι ούτε πολύ κοντά για να μην καείς, ούτε πολύ μακριά για να μην ξεπαγιάσεις». Κυκλοφορούσε στην πόλη κρατώντας ένα αναμμένο φανάρι και την ημέρα και έλεγε ότι έψαχνε να βρει έναν τίμιο άνθρωπο, αλλά έβρισκε μόνο κατεργάρηδες και αχρείους. «Άνθρωπον ζητώ» έλεγε. Όταν ο Πλάτωνας όρισε τον άνθρωπο ως ένα «ζώον με δύο πόδια και χωρίς φτερά», ο Διογένης μάδησε έναν κόκορα και του τον παρουσίασε λέγοντας: «Ορίστε! Σου έφερα έναν άνθρωπο».

Όταν ο Αλέξανδρος ήταν στην Κόρινθο, ήθελε να τον γνωρίσει και έστειλε έναν υπασπιστή του να βρει τον Διογένη και να του τον παρουσιάσει. Αφού ο υπασπιστής τον εντόπισε, του είπε: «Σε ζητεί ο Βασιλεύς Αλέξανδρος να σε δει». Ο Διογένης απάντησε «Εγώ δεν θέλω να τον δω. Εάν θέλει αυτός ας έρθει να με δει». Όταν συναντήθηκαν, ο βασιλιάς της Μακεδονίας τον ρώτησε ποια χάρη ήθελε να του κάνει. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Αποσκότισόν με ». Δηλαδή ζητούσε από τον Αλέξανδρο να κάνει στην άκρη, γιατί του έκρυβε τον ήλιο. Τότε, ο βασιλιάς που αναμφισβήτητα είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του έκανε ένα ιδιαίτερα κολακευτικό σχόλιο για τον κυνικό φιλόσοφο λέγοντας, ότι αν δεν ήταν ο Αλέξανδρος, θα ήθελε να ήταν ο Διογένης.

Λέγεται ότι, ο Αλέξανδρος κάποτε θέλησε να τον πειράξει και αφού έλεγε ότι ήταν Κύων, του έστειλε ένα πιάτο κόκκαλα. Μετά όταν τον συνάντησε τον ρώτησε: «Πώς σου φάνηκε Κύων το δώρο μου;» Και ο Διογένης του απάντησε: «Ήταν άξιο για Κύωνα, αλλά καθόλου άξιο για Βασιλέα».

Η πιο διάσημη εταίρα της αρχαιότητας ήταν η Λαΐδα η Κορινθία. «Όλη η Ελλάδα έλιωνε από πόθο μπροστά στην πόρτα της», έγραφε ο Ρωμαίος ποιητής Προπέρτιος. Η Λαΐς είχε ενοχληθεί από την αδιαφορία του κυνικού φιλοσόφου Διογένη. Αν και ανάμεσα στους θαυμαστές της συγκαταλέγονταν μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της φιλοσοφίας και των τεχνών, ο Διογένης έμενε τελείως ανεπηρέαστος. Τότε, η εταίρα αποφάσισε να τον τιμωρήσει. Τον πλησίασε και του πρόσφερε να περάσει μία νύχτα μαζί της, χωρίς χρέωση. Ο Διογένης συμφώνησε και πήγε να τη βρει σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Η Λαΐς, όμως, δεν βρισκόταν στο δωμάτιο. Τη θέση της είχε πάρει μία κακάσχημη και ηλικιωμένη υπηρέτριά της. Ο Διογένης δεν κατάλαβε τίποτα και πέρασε τη νύχτα με την άγνωστη γυναίκα. Την επόμενη ημέρα, η Λαΐς τον ενημέρωσε για το περιστατικό και τον έκανε «βούκινο» σε όλη την Κόρινθο. Η αντίδραση του Διογένη, έβαλε στη θέση της την «άταχτη» εταίρα: «Λύχνου σβεσθέντος, πάσα γυνή Λαΐδα είναι». Η εταίρα εντυπωσιάστηκε από το πνεύμα του φιλοσόφου και του προσέφερε μία πραγματική νύχτα μαζί της, χωρίς να του ζητήσει χρήματα.

Όταν κάποτε ο Διογένης είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τα χέρια, πέταξε το κύπελλο λέγοντας: «Ένα παιδί με έχει νικήσει στην απλότητα».

Όταν ρωτήθηκε που είδε ενάρετους (σύμφωνα με τις αρχές του) άντρες, αποκρίθηκε, «Άντρες πουθενά, στην Σπάρτη όμως, είδα παιδιά».

Βλέποντας μια ημέρα τους αξιωματούχους να οδηγούν στη φυλακή κάποιο ταμία, που είχε κλέψει ένα κύπελλο είπε: «Οι μεγάλοι κλέπται τον μικρόν άγουσι».

Σύμφωνα με αναφορές μεταγενέστερων συγγραφέων, είχε επιδείξει και συγγραφικό έργο, αλλά δυστυχώς δεν διασώθηκε τίποτα.

Για τον θάνατό του υπάρχουν διάφορες πληροφορίες. Μια ισχυρή πεποίθηση μας αναφέρει πως πέθανε από βαθιά γεράματα στην Κόρινθο. Κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι πέθανε το 323 στην Κόρινθο, την ημέρα που ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα. Οι Κορίνθιοι έστησαν στη μνήμη του μια κολώνα πάνω στην οποία τοποθέτησαν έναν σκύλο από μάρμαρο της Πάρου. Στη συνέχεια οι συμπατριώτες του από την Σινώπη τον τίμησαν με ορειχάλκινα αγάλματα, κοντά στη γιγάντια κολώνα με τον σκύλο πάνω, στα οποία χάραξαν την ακόλουθη επιγραφή: «Ο χρόνος κάνει ακόμα και τον χαλκό να παλιώνει, αλλά τη δόξα σου, ω Διογένη, η αιωνιότητα ποτέ δεν θα καταστρέψει. Διότι εσύ μόνος δίδαξες στους θνητούς το μάθημα της αυτάρκειας και το πιο εύκολο μονοπάτι της ζωής».

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ηλία Μακρή
Το κλίκ της ημέρας
του Ηλία Μακρή

Πρόσφατα Νέα