Το νυχτοπούλι

Το παραμύθι της εβδομάδας στον «Λακωνικό Τύπο»

Παρασκευή, 20 Δεκέμβριος 2019 11:55 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Το νυχτοπούλι

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα νυχτοπούλι. Ζούσε σε ένα δάσος στο βουνό. Ήθελε να ζει στο φως της μέρας. Μια μάγισσα το είχε καταδικάσει να κοιμάται όλη την ημέρα και να ξυπνάει με τη δύση του ήλιου.

Το νυχτοπούλι, κάθε που έδυε, ο ήλιος έβγαινε από τη φωλιά του. Το κελάηδημά του ήταν γλυκό. Είχε χρυσά φτερά που έλαμπαν στο φως του φεγγαριού. Μα δεν ήταν ευτυχισμένο. Μια νύχτα αποφάσισε να γίνει πλάσμα της ημέρας. Βγήκε από τη φωλιά του. Πέταξε για να βρει τη σοφή κουκουβάγια. Τη βρήκε να κάθεται στο κλαδί μιας βελανιδιάς.

«Σοφή κουκουβάγια, θέλω τη συμβουλή σου», της είπε. «Τι θέλεις να μάθεις;» το ρωτάει αυτή. «Θέλω να μου πεις πως θα γίνω πλάσμα της ημέρας. Η κακιά μάγισσα του φαραγγιού με έχει καταδικάσει να βγαίνω μόνο τη νύχτα». «Η κακιά μάγισσα είναι δυνατή. Μα εγώ θα σε βοηθήσω», είπε η κουκουβάγια. «Τι πρέπει να κάνω;» ρώτησε το νυχτοπούλι. «Θα πετάξεις μέχρι τη θάλασσα. Θα βρεις ένα φάρο. Εκεί ζει ένας γέροντας. Θα του ζητήσεις να σου δώσει το φτερό του καρχαρία. Θα το φέρεις εδώ». «Σε ευχαριστώ!» είπε το νυχτοπούλι.
Ύστερα πέταξε προς τη θάλασσα. Βρήκε το φάρο και χώθηκε μέσα από το παραθύρι. Ο γέροντας είδε το νυχτοπούλι. Εκείνο του είπε: «Χρειάζομαι το φτερό του καρχαρία». «Τι το θες;» ρώτησε ο γέροντας. «Θα το δώσω στη σοφή κουκουβάγια. Θα με βοηθήσει να νικήσω τη μάγισσα του φαραγγιού». «Θα σου δώσω το φτερό, αν μου δώσεις τρία χρυσά φτερά σου», είπε ο γέροντας.

Το νυχτοπούλι του έδωσε τρία χρυσά φτερά. Ο γέροντας τα πήρε. Μετά πήγε πλάι στο τζάκι. Ξεκρέμασε ένα δίχτυ με το φτερό του καρχαρία μέσα. Το έδωσε στο νυχτοπούλι.  Εκείνο το πήρε και το πήγε στην κουκουβάγια. Αυτή  τσίμπησε το φτερό με το ράμφος της μέχρι να βγάλει ξερό αίμα. Μετά λέει στο νυχτοπούλι: «Φέρε μου ένα κλαρί ίσιο από ένα δέντρο». Η κουκουβάγια έξυσε το κλαρί με το ράμφος της. Του έφτιαξε μύτη μπροστά.  «Έτοιμο το βέλος!» είπε. Μετά βούτηξε τη μύτη του βέλους στο αίμα από το φτερό του καρχαρία. Έδωσε το βέλος στο πουλί. «Με αυτό θα σκοτώσεις τη μάγισσα. Τα μάγια θα λυθούν. Θα χρειαστείς βοήθεια. Βρες ένα ρυάκι κοντά στο φαράγγι. Εκεί ζει μια νεράιδα. Θα σε βοηθήσει. Ξεκίνα αύριο με τη δύση του ηλίου», είπε η κουκουβάγια. «Αύριο», είπε το νυχτοπούλι και πέταξε στη φωλιά του.

Το άλλο βράδυ πήγε στο φαράγγι. Βρήκε το ρυάκι. Περίμενε. Σε λίγο φάνηκε η νεράιδα. Το νυχτοπούλι της είπε: «Θέλω να σκοτώσω τη μάγισσα του φαραγγιού. Θα με βοηθήσεις;» «Θα σε βοηθήσω, γιατί πολλά μου έχει καμωμένα η στρίγγλα», είπε η νεράιδα.

Δρόμο πήραν, δρόμο άφησαν για το φαράγγι. Καταμεσής στο φαράγγι ήταν μια καλύβα ξύλινη. «Κοίταξε! Εδώ είναι το σπίτι της μάγισσας», είπε η νεράιδα στο νυχτοπούλι. «Τα μεσάνυχτα βγαίνει από την καλύβα της. Πηγαίνει όπου υπάρχουν νυχτερίδες. Όταν βγει, θα την χτυπήσω με το βέλος. Εσύ απομάκρυνε το σκύλο της που την ακολουθεί παντού. Του αρέσει να κυνηγάει πουλιά. Θα σε ακολουθήσει». «Εντάξει!» είπε το νυχτοπούλι.

Έτσι έκαναν. Όταν η μάγισσα και ο σκύλος της βγήκαν από την καλύβα, το νυχτοπούλι πέταξε πάνω από το σκύλο. Αυτός άρχισε να το κυνηγά. Η μάγισσα συνέχισε το δρόμο της. Η νεράιδα την ακολούθησε. Όταν βρήκε την ευκαιρία, της πέταξε το βέλος. Την κάρφωσε. Η μάγισσα έβγαλε μια κραυγή που αντήχησε σε όλο το φαράγγι. Σωριάστηκε νεκρή. Ο σκύλος, που κυνήγαγε το νυχτοπούλι, μεταμορφώθηκε σε ένα όμορφο αγόρι. Ήταν κι αυτό μαγεμένο.

Το νυχτοπούλι μεταμορφώθηκε σε περιστέρι λευκό. Ήταν χαρούμενο, γιατί θα χαιρόταν το φως της μέρας. Μετά κάθισε σε ένα δέντρο. Περίμενε να χαρεί την Ανατολή του ήλιου. Και έζησε αυτό καλά κι εμείς καλύτερα.

Δήμητρα Μπουμποπούλου

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti