Ήταν η έκφραση του αιτήματος της τουρκικής αστικής τάξης για την εκκαθάριση της Πόλης από τους Ρωμιούς (έτσι αποκαλούνταν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης). Ήταν η υλοποίηση της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας και του «βαθέως κράτους» και της τουρκικής εθνικιστικής ιδεολογίας για μια «εθνικά καθαρή» Τουρκία.
Οι λεηλασίες και οι βανδαλισμοί τη νύχτα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου 1955 αποτέλεσαν τη βιαιότερη μορφή ενός καλά οργανωμένου και φανατισμένου τουρκικού όχλου, ο οποίος με την ανοχή, αν όχι την παρότρυνση και την κάλυψη της τουρκικής Κυβέρνησης, προέβη σε πράξεις βίας εναντίων των Ελλήνων και σε μαζικές καταστροφές των περιουσιών τους. Κεντρικός στόχος τους ήταν η συρρίκνωση της ρωμαίικης κοινότητας, ο ξεριζωμός και η εξόντωση της ρωμιοσύνης.
Αφορμή ήταν η έκρηξη βόμβας τα μεσάνυχτα της 5ης προς 6η Σεπτεμβρίου 1955 στον κήπο του τουρκικού προξενείου στη Θεσσαλονίκη, που ήταν το πατρικό σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ, ενέργεια, η οποία όπως αποδείχθηκε ήταν σκηνοθετημένη από την τουρκική μυστική υπηρεσία, αφού ο εκρηκτικός μηχανισμός πυροδοτήθηκε από τον κλητήρα του προξενείου και έναν μουσουλμάνο φοιτητή της Νομικής από την Κομοτηνή.
Μετά από διαδήλωση το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου στην πλατεία Ταξίμ ξέσπασαν βιαιότητες τη νύχτα, όταν μαινόμενες και εξαγριωμένες τουρκικές ομάδες άρχισαν να πετάνε πέτρες σπάζοντας τις βιτρίνες των ελληνικών καταστημάτων στη μεγάλη οδό του Πέραν. Μέσα σε λίγη ώρα το ντοπαρισμένο και ανεξέλεγκτο πλήθος που αριθμούσε δεκάδες χιλιάδες άτομα επιτέθηκε σε καταστήματα, κατοικίες, ιδρύματα, εκκλησίες, σχολεία ακόμη και νεκροταφεία σχεδόν σε όλες τις περιοχές της Κωνσταντινούπολης που υπήρχαν κοινότητες Ρωμιών.
Ένα απόσπασμα από μαρτυρία είναι ενδεικτικό:
«Οι πέντε μεγάλοι δρόμοι που οδηγούσαν στην πλατεία Ταξίμ γέμισαν ξαφνικά από έναν μαινόμενο όχλο οπλισμένο με τσεκούρια, φτυάρια, ρόπαλα, σκεπάρνια, σφυριά και σιδερένιους λοστούς, που φώναζε “Kahrolsun giavourlar” (ανάθεμα στους γκιαούρηδες) και “Yikin, kirin, giavourdur” (σπάστε, γκρεμίστε, είναι γκιαούρης). Η αστυνομία και οι κρατικές δυνάμεις καταστολής υποτίθεται ότι αιφνιδιάστηκαν. Δεν πήραν καμιά απολύτως εντολή να επιβάλουν την τάξη και περιορίστηκαν σε απαθή παρακολούθηση των γεγονότων».
Η τουρκική κυβέρνηση του Αντνάν Μεντερές μετά από τα αποτρόπαια γεγονότα αναγκάστηκε να κηρύξει στρατιωτικό νόμο, όπου ο στρατός με τη βοήθεια των τανκς κατέλαβε τους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και ξεκίνησε τη διαδικασία παραπομπής στη δικαιοσύνη των υπαιτίων προκειμένου να αποφύγει τη διεθνή κατακραυγή.
Ο πρωθυπουργός σε ραδιοφωνικό διάγγελμά του αναγνώρισε ότι το κράτος δεν κατάφερε να υπερασπιστεί τις περιουσίες των πολιτών του, υποσχέθηκε ότι οι ένοχοι θα τιμωρηθούν παραδειγματικά και ότι η ελληνική μειονότητα θα αποκατασταθεί υλικά και ηθικά. Στην πραγματικότητα δεν έγινε διερεύνηση σε βάθος των αιτιών του πογκρόμ, κανείς από τους πρωτεργάτες δεν τιμωρήθηκε και μικρά δάνεια δόθηκαν για την αποκατάσταση των ζημιών.
Οι εκθέσεις του γερμανικού και του αγγλικού προξενείου θεωρούν ότι ο πρόεδρος, ο πρωθυπουργός και ο υπουργός εσωτερικών συμμετείχαν στο σχεδιασμό των επεισοδίων.
Η καταστροφή για την ελληνική κοινότητα ήταν πολύ μεγάλη. 16 Έλληνες (κατ’ άλλους 30) έχασαν τη ζωή τους και πολλοί άλλοι κακοποιήθηκαν, με τον αριθμό των τραυματιών να κυμαίνεται ανάμεσα σε 300 και 600. Δέχθηκαν επίθεση και υπέστησαν εκτεταμένες ζημιές ή καταστράφηκαν ολοσχερώς, πάνω από 3.000 διαμερίσματα, 4.004 καταστήματα, 26 σχολεία, 73 εκκλησίες, 1 συναγωγή, 2 μοναστήρια, 2 νεκροταφεία και 5.317 εγκαταστάσεις, όπως εργοστάσια, ξενοδοχεία, μπαρ και άλλα, ενώ 8.600 Έλληνες έχασαν τη δουλειά τους.
Η αντίδραση της Ελληνικής κυβέρνησης Παπάγου μπροστά στα γεγονότα της απόλυτης βαρβαρότητας ήταν χαλαρή ως ασήμαντη. Αν και ήταν φανερό ότι ο συντονισμός των βιαιοτήτων είχε σχεδιαστεί εκ των προτέρων και είχε οργανωθεί κατάλληλα, εξέφρασε μόνο τη διαμαρτυρία της καταλογίζοντας ευθύνες στις τουρκικές αρχές ότι δεν απέτρεψαν τα γεγονότα.
Μετά τον θάνατο του Παπάγου (4/10/1955) και ο νέος πρωθυπουργός, διορισμένος από το Παλάτι, Κωνσταντίνος Καραμανλής κράτησε παθητική στάση. Εικάζεται από πολλούς ότι θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί την κατάσταση και το μένος εναντίων των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και να πάρει μέτρα για τους μουσουλμάνους της ελληνικής Θράκης.
Σήμερα, στην οδό του Πέραν (στα τουρκικά Istiklal Caddesi), που άλλοτε ήταν γεμάτη από ελληνικά καταστήματα και επιχειρήσεις, στον πιο εμπορικό δρόμο της Κωνσταντινούπολης ανεμίζει μόνο μία ελληνική σημαία. Υπολογίζεται ότι 5.000 Ρωμιοί, κυρίως άτομα από τις ανώτερες τάξεις εγκατέλειψαν την Πόλη.
Ο περιορισμός των πάσης φύσης δραστηριοτήτων των Ελλήνων της Πόλης είχε πετύχει σε μεγάλο βαθμό. Το ότι κατάφεραν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, όσοι απέμειναν, με δικές τους δυνάμεις να ξαναφτιάξουν τις επιχειρήσεις τους δεν αναιρεί τα απεχθή και στυγερά εγκλήματα.
ΥΓ. Η οδός του Πέραν αρχίζει από την πλατεία Ταξίμ στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης, έχει μήκος 3 χιλιόμετρα περίπου και φτάνει μέχρι τον Γαλατά, από τον ομώνυμο Πύργο του οποίου η θέα (προσωπική εικόνα) είναι μοναδική.
Ο πρωθυπουργός Μεντερές συνελήφθη το 1960 μετά από στρατιωτικό πραξικόπημα και για τους διωγμούς των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και καταδικάστηκε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού, ποινή η οποία εκτελέστηκε στις 17 Σεπτεμβρίου του 1961 στη νήσο Ιμραλί στη θάλασσα του Μαρμαρά.