Τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, με την εγκαθίδρυση της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας διαμορφώθηκε μια αρκετά σοβαρή, σταθερή και αξιόπιστη πολιτική συγκρότηση, η οποία με τις αντιπαραθέσεις και τις συγκρούσεις των πολιτικών κομμάτων παρήγαγε ένα σημαντικό κοινωνικό έργο. (Σημειώνεται ότι, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κρατικοποίησε μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις, όπως την Ολυμπιακή, τα ναυπηγεία της Ελευσίνας, την Εμπορική Τράπεζα, την Ιονική-Λαϊκή, τα Λιπάσματα, τον ΗΣΑΠ κ.λπ. και γι’ αυτό τον κατηγόρησαν για «σοσιαλμανία» οι ακροδεξιοί/χουντικοί αλλά και ο ΣΕΒ. Μάλιστα, η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», που υπήρξε επίσημο όργανο της χούντας, τον χαρακτήριζε «Καραμανλένιν».) Οι διεκδικητικές οργανώσεις των εργαζομένων πάντοτε στο μετερίζι υπεράσπισης των δικαιωμάτων τους, με μικρές εξαιρέσεις, ήταν οι δικλίδες ασφαλείας των μελών τους ανεξάρτητα από το κόμμα που βρισκόταν στην Κυβέρνηση.
Με την παρέλευση του χρόνου και ιδιαίτερα μετά το 2000, άρχισαν να διαφαίνονται πολιτικές παρεκκλίσεις και αποκλίσεις, οι οποίες σε συνδυασμό με τις ατασθαλίες, τις ανεπάρκειες και τις ανικανότητες των εκάστοτε κυβερνόντων έφεραν τα σκληρά και επώδυνα προγράμματα «προσαρμογής». Τότε δόθηκε η ευκαιρία στις νεοφιλελεύθερες και αντικοινωνικές πολιτικές να προωθήσουν αποφάσεις αντίθετες προς τα συμφέροντα των λαϊκών και μεσαίων οικογενειών, οι οποίες χωρίς καμία ευθύνη πλήρωσαν ακριβά με τις μεγάλες περικοπές των μισθών και των συντάξεων το έλλειμμα, την ακαταλληλότητα και την «αναπηρία» των υπευθύνων. Ο συνεκτικός ιστός μεταξύ των πολιτών σιγά-σιγά χαλάρωνε, ο καθένας μόνος του προσπάθησε να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του, αφού εξαερώθηκε το όποιο κοινωνικό κράτος υπήρχε, με την παράδοση όλων στην ασύδοτη ιδιωτική κερδοσκοπία.
Σήμερα, η απάθεια, ο κυνισμός, η πολιτική διαφθορά, η συνεχής ροή προς τη φτώχεια και την εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού είναι πραγματικότητα. Οι άνθρωποι έχουν μετατραπεί σε ιδιώτες με προσωπικές εμμονές και μανίες, με διαταραχή των ψυχοπνευματικών τους λειτουργιών, παθιασμένοι, λάγνοι και φιλήδονες και επιδίδονται σε πράξεις βίας που αγγίζουν τα όρια της βαρβαρότητας. Η ανάγκη της αυτοεπιβεβαίωσης και της αυτοπροβολής αντικατέστησε τις αξίες με χρηματιστηριακά προϊόντα, απομιμήσεις του νοσηρού εγωισμού, του ασυγκράτητου εγωκεντρισμού. Τα ΜΜΕ συντονισμένα στη διάλυση των συλλογικών οργάνων και την επικράτηση της αδιαφορίας και του ζαμανφουτισμού ομαλοποιούν και κανονικοποιούν τη διαμορφωμένη κατάσταση.
Στη ζοφερή αυτή κοινωνική αποσυσπείρωση, οι συνειδήσεις παραπαίουν, η αντίστασή τους γίνεται συνεχώς πιο αδύναμη, αφού ολοένα και περισσότερο γοητεύονται από τη φαινομενική διάθλαση της εικόνας, που μοιραία οδηγεί στην κενότητα, την αποχαύνωση, την αποβλάκωση. Η γλώσσα, μπερδεμένη με ξενόφερτα υλικά οδηγεί σε άλλους χώρους και τόπους, όπου η δύναμη της διαλεκτικής είναι ανύπαρκτη παρασύροντας τον λόγο σε έννοιες και αντιλήψεις ξένες προς την ελληνική κουλτούρα, με το λεξιλόγιο να παρουσιάζει αδυναμία στην επικοινωνία, με την απουσία εκφράσεων αλληλοκατανόησης στην καθημερινή ζωή. Η σκέψη, αποδυναμωμένη, περιορισμένη και καθοδηγούμενη από κέντρα υπακοής και υποταγής, βομβαρδισμένη από πλήθος μυθοπλασιών και μυθιστορημάτων, δεν μπορεί να αντισταθεί στις δυνάμεις της εκτροπής. Οι ιδέες, προοδευτικές και σοσιαλιστικές, που είχαν κατακτηθεί από μεγάλο μέρος της κοινωνίας είναι πλέον υποτυπώδεις και οδεύουν προς εξαφάνιση. Οι προσπάθειες εκπαραθύρωσής τους βρίσκουν γόνιμο έδαφος στην αφθονία και την κατανάλωση των αγαθών. Η ψεύτικη πληρότητα προσδίδει μια πλαστή-ελλειμματική μορφή της ζωής, όπου το ακριβό ψάρι είναι προνόμιο των λίγων και ο γαύρος η «απόλαυση» των πολλών.
Η ρευστοποίηση της κοινωνίας δεν αμφισβητείται από κανέναν. Το 20% των πολιτών αποφασίζει για την τύχη της χώρας, ενώ το 50% περίπου, αδιάφορο και απογοητευμένο, αρνείται να εκφραστεί ως πολιτικό υποκείμενο. Η κρίση έχει προχωρήσει στο μεδούλι και έχει κατακυριεύσει τα υγιή κύτταρα της αυτεπίγνωσης, της ενσυναίσθησης και του αυτοκαθορισμού. Τα προοδευτικά κόμματα της αντιπολίτευσης αγωνίζονται να συρράψουν τα εμπριμέ ρετάλια της εσωτερικής τους διασποράς, προκειμένου να εμφανιστούν με ενιαίο χρώμα. Έτσι οι νεοφιλελεύθερες «αρετές» κυριαρχούν και επιβάλλονται από τους ισχυρούς, μέσω των κυβερνώντων, με τον προσπορισμό του παραγόμενου πλούτου από την οικονομική ολιγαρχία, η οποία στηριγμένη στη γαλιφιά των υποτακτικών καταφέρνει να αναρριχάται στην κορυφή της λήψης των αποφάσεων εξυπηρετώντας προφανώς τα δικά της συμφέροντα.
Η ανάγκη ανανέωσης της σκέψης και του λόγου και η διαφύλαξη των εννοιών και της ζωντάνιας της γλώσσας είναι ζητούμενα. Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι μέσα στο ισοπεδωμένο κλίμα άρνησης της ζωής εμφανίζονται δειλά-δειλά, αλλά αποφασιστικά, ομάδες και μεμονωμένα άτομα που προτάσσουν την ανθρώπινη συγκρότηση, υπόσταση και αξιοπρέπεια, δεν δέχονται τον δουλικό συμβιβασμό και κηρύσσουν την ανυπακοή στην εξαρτημένη κοινωνία των θεσμών και των νόμων. Λένε όχι στις προσφερόμενες «ιδέες» και «αξίες» και δέχονται τη μοναδική αλήθεια που εκπορεύεται από την ιδιοσύσταση του ανθρώπου. Αντιστέκονται στον ευνουχισμό της ανθρώπινης νόησης, στην καταστροφική ανάπτυξη του τεχνικού πολιτισμού και της οργάνωσης της μαζικής παραγωγής. Σπάνε τα σύνορα του περιορισμού και της περιχαράκωσης, τους φράχτες των διακρίσεων από το χρώμα, τη φυλή και το φύλο και αγωνίζονται για τη συνένωση όλων, αφού όλοι είμαστε παιδιά της ίδιας μάνας. Οι ελάχιστες ρωγμές πρέπει να πολλαπλασιαστούν, να γίνουν εγκάρσιες, προκειμένου να απολαμβάνουν όλοι την υπεραξία της παραγωγής τους.