Οι άλλοτε γεμάτες και οι σημερινές άδειες σχολικές αίθουσες του Ζάρακα

Τρίτη, 24 Σεπτέμβριος 2024 09:52 | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Οι άλλοτε γεμάτες και οι σημερινές άδειες σχολικές αίθουσες του Ζάρακα

Γράφει ο Γιάννης Πριφτάκης

Έζησα τον Ζάρακα, τόπο καταγωγής μου, ακόμη στην ακμή του. Μία πολυάνθρωπη και σχεδόν αυτάρκης, στα αναγκαία προς το ζην, αγροτοποιμενική κοινωνία μέχρι και τις δεκαετίες 1950 και 1960. Από τη δεκαετία του 1970 αρχίζει η φθίνουσα πορεία, για να μιλάμε σήμερα, παρά την καλοκαιρινή αυξημένη ανθρώπινη παρουσία, για απογοητευτική ολιγανθρωπία του Ζάρακα, όπως, δυστυχώς, και για πολλές περιοχές της πατρίδος μας.

Παρακολουθώντας αυτές τις ημέρες από τα Μ.Μ.Ε. την επικαιρότητα σχετικά με την έναρξη της σχολικής χρονιάς, την προσοχή μου τράβηξαν οι πληροφορίες όχι τόσο για τα μεγάλα ή μικρά προβλήματα υλικοτεχνικής υποδομής ή προσωπικού, όσο οι δραματικές αλλαγές που είναι υποχρεωμένη η Πολιτεία να εφαρμόσει σχετικά με τη συρρίκνωση του μαθητικού πληθυσμού.

Μέγα θέμα για έντονο προβληματισμό, όχι μόνο των κρατούντων, αλλά και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας.

Για λόγους σύγκρισης, ανέσυρα από το αρχείο μου φωτογραφικό υλικό και ένα ενδιαφέρον απόσπασμα από το βιβλίο (αυτοβιογραφία) του Ιωάννη Ν. Ανδρομηδά με τίτλο «Αγών Ηθικής και Πνεύματος». Το σπουδαίο αυτό βιβλίο, που θα μπορούσε να γυριστεί σε ταινία, αν και δεν παραπέμπει ο τίτλος, έχει λίαν ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τη ζωή των Ζαρακιτών και των πρώτων Ελλήνων μεταναστών στις Η.Π.Α. κατά τις τελευταίες 10ετίες του 19ου αι. και αρχές του εικοστού.

Το απόσπασμα αναφέρεται σε επίσκεψη του συγγραφέα στο δημοτικό σχολείο του Γέρακα, κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, κάπου στο 1923:

«Ήμουν εκεί την ημέρα που θα άνοιγε στο σχολείο.
- “Πάρε τον ανεψιό σου και πήγαινε να τον γράψης στο σχολείο”, μου είπε η νύφη μου, η γυναίκα του αδελφού μου που είχε πεθάνει.
Τον πήρα και πήγα. Αλλ’ ήταν τόσοι πολλοί οι μαθηταί, που απορούσα πού θα τους βάλουν όλους.
- Δάσκαλε, πότε θ’ αρχίσουν τα μαθήματα;
- Αύριο. Σήμερα είναι η τελευταία ημέρα εγγραφής.
- Θα έλθω αύριο να σε δω. Γιατί τώρα είσαι πολύ απησχολημένος.
- Έλα.
Την άλλη μέρα πήγα. Είχαν αρχίσει τα μαθήματα. Αλλ’ οι μαθηταί ήταν στιβαγμένοι σαν σαρδέλλες.
- Γιατί κάθονται, κύριε δάσκαλε, όρθια τα κορίτσια αυτά;
- Γιατί δεν έχουμε καθίσματα.
- Καλά, όλη την ημέρα θα στέκωνται έτσι όρθιες;
- Όχι μόνο σήμερα, παρά όλο το μήνα, ίσως κι’ όλο το χρόνο.
- Δεν νομίζετε πως αυτό είναι εγκληματικό και απάνθρωπο;
- Ναι, είναι. Αλλά τί θέλετε να κάμω;
Είμαι δάσκαλος, και μαθαίνω στα παιδιά γραφή και ανάγνωση. Εναπόκειται στους γονείς, που έχουν τα παιδιά, να φροντίσουν για τα άλλα ζητήματα. Κι’ έγινε, βλέπετε, εφέτος ο υποχρεωτικός νόμος να φοιτούν όλα τα παιδιά -αγόρια και κορίτσια- κάτω των 12 ετών. Έτσι, βλέπετε, προσθέσαμε είκοσι επτά κορίτσια, και δεν έχουμε, ούτε θέσεις, ούτε καθίσματα.
- Καλά, αυτή εκεί, είναι δασκάλα;
- Όχι. Δεν είναι ακόμα δώδεκα ετών. Είναι ένδεκα και μισό. Την πήραμε από το βουνό, όπου φύλαγε πρόβατα. Αλλά φαίνεται να είναι δέκα οκτώ χρονών. Όσες μένουν γύρω στη γειτονιά, φέρνουν μαζύ τους σκαμνιά, και τα παίρνουν πάλι. Όσες έρχονται από μακρυά, δεν μπορούν να κουβαλούν τα σκαμνάκια τους.
Κύτταζα τριγύρω. Δεν υπήρχε τίποτε. Το σχολείο ήταν γυμνό.
- Πού είναι η σημαία σας, κύριε Μανωλάκο;
- Δεν έχουμε.
- Καλά, όταν τους εξηγής για το σύμβολο του Έθνους, τί τους δείχνεις;
- Τίποτε, έτσι τους μιλώ.
- Ούτε Χάρτη της Ελλάδος βλέπω, ούτε ευρωπαϊκό χάρτη. Τίποτα δεν έχετε.
- Δυστυχώς δεν έχουμε.
- Γιατί
- Ωχ, καϋμένε. Ζητάτε ψύλλους στ’ άχερα. Είστε ο πρώτος άνθρωπος, που μπήκε στο σχολείο και ζήτησε τέτοια πράγματα.
- Ούτε πίνακα βλέπω να έχετε.
- Δεν έχουμε.
- Καλά, γιατί δεν κυνηγάς τους γονείς των παιδιών, ώστε να φροντίσουν για τα έργα αυτά;
- Εγώ, φίλε μου, ό,τι κι’ αν πω δεν εισακούομαι. Βλέπεις το ρολόϊ αυτό;
- Ναι, κύριε Μανωλάκο, το έχω στείλει από την Αμερική.
- Εσείς;
- Ναι, προ ένδεκα ετών.
- Πέρσυ δεν εργαζόταν καλά. Το έστειλα στην Αθήνα, να το καθαρίσουν. Στοίχισε εξήντα δραχμές. Επί τρεις μήνες έκαμνα συνεισφορές από πεντάρες και δεκάρες, και μάζεψα σαράντα δραχμές. Πλήρωσα τ’ άλλα από την τσέπη μου.
- Πόσους μαθητάς έχεις εδώ μέσα;
- Εννενήντα επτά.
- Τότε πού βρίσκεις άκρη με τόσους μαθητάς;
- Κάνω ό,τι μπορώ. Έχουμε λίγο φως εδώ, γιατί υπάρχουν βέβαια παράθυρα, αλλ’ όταν βρισκόμαστε στο πίσω μέρος είναι σκοτάδι. Εγώ, με πέντε έξη πατριώτες, φτιάξαμε το σκολείο αυτό. Έχω δέκα οκτώ χρόνια εδώ. Μόνον ένα χρόνο έλειψα. Κι’ όταν ήλθα πάλι, ηύρα το σκολειό μεγαλωμένο, καθώς επίσης κι’ αυτό το ρολόϊ. Δεν ήξευρα ποιος το δώρησε.
- Τώρα, κύριε Μανωλάκο, θέλω να μου δώσης μια σημείωση, τί πράγματα χρειάζεσαι.
- Μια σημαία, δυό χάρτες -ελληνικό κι’ ευρωπαϊκό-, έναν πίνακα, μια λαστιχένια σφαίρα να παίζουν τα παιδιά, και μερικά άλλα αναγκαία πράγματα.
- Πολύ καλά. Αυτά θα τα αγοράσω και θα τα δωρήσω στο σχολείο. Αλλά τι θα γίνη με τα καθίσματα; Δεν είναι κρίμα και ντροπή γι’ αυτά τα κορίτσια να στέκωνται όλη την ημέρα όρθια, να διαβάζουν και να γράφουν;
- Έτσι σας είπα ότι δεν μπορώ να κάμω τίποτα γι’ αυτό.
- Τότε, θα μου κάμεις μια χάρη, κύριε Μανωλάκο. Έχουμε στείλει χρήματα εδώ, να διορθώσουμε την εκκλησία. Θα πάρω απ’ αυτά, και, σαν πάω στην Αθήνα για τα άλλα είδη του σχολείου, θα αγοράσω τη ξυλεία και ό,τι χρειάζεται, για να διορθώσουμε θρανία για τους μαθητάς. Κι’ εσύ όταν οι χωριάτες εδώ βγάλουν τα λάδια, να τους πάρης από μια ή δυό οκάδες λάδι, να πληρώσουν τα θρανία. Γιατί δεν έχω αρκετά χρήματα, να τα δωρήσω όλα αυτά.
- Εάν το κάμετε αυτό, εσύ και οι πατριώτες, εκεί, στην Αμερική, οι μαθηταί μου θα σας ευγνωμονούν.
- Αυτό θα γίνη. Αλλά πρέπει τα χρήματα να επιστραφούν πάλι στο Ταμείο. Εγώ ημπορώ να πάρω χρήματα, για να γίνη η εργασία αυτή. Θα εξηγήσω στους πατριώτες μου, στην Αμερική, τί έγινε. Αυτοί θα χαρούν. Αλλ’ επειδή τα χρήματα είναι για την εκκλησία, δεν μπορούμε να τ’ αφαιρέσουμε δια παντός.
Έτσι λοιπόν έγινε. Αγόρασα την ξυλεία. Ένας μαραγκός ανέλαβε την επιδιόρθωση των θρανίων.
Έφυγα κάπως ευχαριστημένος.»

Ποια είναι όμως σήμερα η ωμή πραγματικότητα των σχολείων του Ζάρακα; Ύστερα από επικοινωνία με τους διευθυντές των τριών σχολείων που λειτουργούν: Ρειχέας, Κυπαρισσίου και Αγίου Δημητρίου Ζάρακος, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν ευγενώς, παρατίθενται τα αριθμητικά δεδομένα των μαθητών. Σφόδρα απογοητευτικά.

Στο άλλοτε κεφαλοχώρι, και με κάποια ζωή ακόμη, τη Ρειχιά φοιτούν σε μονοθέσιο μόλις εννέα μαθητές (πρώτη: ουδείς, Β΄: 1, Γ΄: 4, Δ΄: 1, Ε΄: 1 και ΣΤ΄: 2). Το Νηπιαγωγείο έκλεισε. Το μοναδικό παιδάκι κατεβαίνει στη Μεταμόρφωση.

Στο μονοθέσιο σχολείο Κυπαρισσίου φοιτούν δώδεκα μαθητές (Α΄: 2, Β΄: 3, Γ΄: 4, Δ΄: 2 και Ε΄: 1). Ευτυχώς, λειτουργεί Νηπιαγωγείο με έξι παιδάκια.

Το άλλο κεφαλοχώρι, ο Άγιος Δημήτριος, που έχει ακόμη ζωή, αριθμεί 32 μαθητές συνολικά και μαζί με τα Νιάτα και την Απιδιά φτάνουν τον αριθμό των 72 μαθητών. Οι τάξεις μοιράζονται στα διδακτήρια Νιάτων (κτισμένο από κληροδότημα Ανδρέα Συγγρού) και Αγίου Δημητρίου Ζάρακος.

Οι άλλοτε ευάριθμες αίθουσες του σχολείου Κρεμαστής, έχουν κλείσει εδώ και δεκαετίες. Κλειστές παραμένουν και οι αίθουσες και των υπόλοιπων χωριών του παλιού δήμου Ζάρακα: Χάρακα, Πισταμάτων, Κουπιών, Αγίου Ιωάννη Ιέρακος, Γέρακα (Ιέρακα), Λιμανιού Γέρακα, Λαμποκάμπου και Λογγαρίου.

Το Κράτος, ακόμη και σε δύσκολες εποχές, έκτιζε σχολείο και στο πιο μικρό χωριό. Ακόμη και ο μικρός οικισμός του Αχλαδόκαμπου έστελνε στον γειτονικό Λαμπόκαμπο περισσότερα από δέκα παιδιά το 1950.

Κάθε φορά που επισκέπτομαι τον Ζάρακα, μέσα στην ηρεμία του τοπίου, είναι σαν να ακούω την παρατεταμένη ηχώ μιας επιγραμματικής φράσης του αρχαίου ιστορικού: «Η ΣΠΑΡΤΗ ΔΙ’ ΟΛΙΓΑΝΘΡΩΠΙΑΝ ΑΠΩΛΕΤΟ…»

 

Έκθεση εικόνων

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ηλία Μακρή
Το κλίκ της ημέρας
του Ηλία Μακρή

Πρόσφατα Νέα

Koutsoviti

Η δική σας είδηση