
Η Ανάσταση δεν είναι μια τυχαία νύχτα. Δεν είναι απλώς ένα «Χριστός Ανέστη» και οι καμπάνες που χτυπούν. Είναι η στιγμή που σπάζει ο κύκλος του φόβου. Η στιγμή που ο θάνατος, σε όποια μορφή κι αν έρχεται – φυσική, ηθική, υπαρξιακή – χάνει την τελική του λέξη.
Η Ανάσταση είναι υπόσχεση. Ότι η τελευταία λέξη ανήκει στη Ζωή. Ότι όσα δεν φαίνονται, είναι αυτά που σώζουν. Ότι υπάρχει μέσα μας κάτι που δεν καίγεται, δεν βουλιάζει, δεν συνθηκολογεί.
Το φως του Πάσχα δεν είναι από αυτά που κατασκευάζονται. Είναι από αυτά που αποκαλύπτονται. Δεν είναι βολικό. Είναι αληθινό. Έρχεται να σε τραντάξει, να σε καλέσει να σταθείς όρθιος, να κοιτάξεις τον ουρανό και να ξαναβρείς τον άνθρωπο μέσα σου.
«Λαμπρυνόν μου την στολή της ψυχής», δεν πρόκειται για στολή υφασμένη από νήματα και χρώματα, αλλά για εκείνη που πλέκεται με συγχώρεση, ταπείνωση, αγάπη, πίστη. Είναι η ψυχή μας που ζητά να ντυθεί με το φως της Αναστάσεως, να καθαρθεί από τα πάθη, να σταθεί απέναντι στη ζωή με καθαρό βλέμμα.
«Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια» (=Τώρα τα πάντα γέμισαν φως — ο ουρανός, η γη και ο κάτω κόσμος). Όχι με τρόπο θεαματικό. Μα με τρόπο αθόρυβο, όπως περνά το πρώτο φως απ’ το παράθυρο λίγο πριν ξημερώσει.
Μα το φως δεν μένει μόνο στους ναούς. Το φως πάει εκεί που πρέπει να πάει: στα προσωρινά καταλύματα, στις σκηνές, στα σύνορα, στα καμένα βουνά, στις ερημωμένες αυλές των χωριών.
Στις καρδιές εκείνων που νιώθουν ότι τους ξέχασε ο κόσμος.
Το φως της Ανάστασης δεν έρχεται για να σκεπάσει την αλήθεια. Έρχεται για να της δώσει νόημα. Να δείξει πως ακόμη και στο χώμα της ήττας, μπορεί να φυτρώσει κάτι αληθινό. Ότι η ζωή δεν είναι ποτέ χαμένη όταν υπάρχει μέσα μας η δυνατότητα να αγαπήσουμε ξανά.
«Χριστός Ανέστη εκ νεκρών» – αυτή δεν είναι απλώς η νίκη του Θεανθρώπου. Είναι η υπενθύμιση ότι κάθε σταύρωση μπορεί να γίνει γέφυρα. Κάθε νύχτα μπορεί να φέρει ξημέρωμα. Ότι η ζωή δεν τελειώνει στον τάφο, αλλά ανασταίνεται μέσα στην πράξη, στην συγχώρεση, στο φως που επιμένει.
Και όμως, αυτό το φως πέφτει πάνω σ’ έναν κόσμο πληγωμένο.
Έναν κόσμο που ακόμη πολεμάει. Που βλέπει τις σκιές να δυναμώνουν.
Πόλεμοι ξεσπούν δίπλα μας και μακριά μας. Άνθρωποι φεύγουν από σπίτια που δεν υπάρχουν πια. Σύνορα υψώνονται, ενώ καρδιές γκρεμίζονται. Η μοναξιά γεμίζει πόλεις ολόκληρες. Η αδικία κάνει κύκλους. Οι άνθρωποι πεινούν, όχι μόνο για ψωμί, αλλά και για ουρανό.
Η γη πληγώνεται. Η φύση αντιδρά. Ο καιρός γίνεται απειλή και όχι πια υπόσχεση. Οι πλημμύρες, οι φωτιές, η ξηρασία – όλα μιλούν. Και μας ρωτούν: τι αφήνουμε πίσω μας; Μα μέσα σε όλα αυτά, το μήνυμα παραμένει. Αναστήθηκε. Και μαζί Του, μπορούμε κι εμείς να αναστηθούμε.
Όχι εύκολα. Όχι χωρίς αγώνα. Αλλά με την απόφαση να μην ζήσουμε στη σκιά. Να σταθούμε δίπλα σε όσους πονούν. Να δούμε τον κόσμο με τα μάτια της συμπόνιας και της ευθύνης. Γιατί τελικά, το φως της Ανάστασης δεν ζητά τίποτα. Μόνο να το μοιραστείς.
Η Ανάσταση φέτος ας μην περιοριστεί στους ναούς. Ας φανεί στα σχολεία, στα νοσοκομεία, στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Εκεί όπου χρειάζεται φως. Γιατί μόνο όταν το φως γίνει στάση ζωής, μπορεί η κοινωνία να αναστηθεί μαζί με τον Άνθρωπο.
Χριστός Ανέστη. Και η ελπίδα μαζί Του.