
Ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου (Να είσαι ισχυρός και να ενεργείς σαν άντρας)
Πάει καιρός που πήρα ένα βιβλίο από το διαλεχτό και τιμημένο φίλο (ας μου επιτρέψει να τον αποκαλώ έτσι) Δημήτρη Στεργιούλη, αλλιώτικο από τ’ άλλα, με την έννοια ότι βιβλίο, με ό,τι περιλαμβάνει στις 310 σελίδες του και συγγραφέας, είναι και τα δύο απόλυτα πρωτοποριακά. Και το απόλυτα το λέω διότι κανένας μέχρι σήμερα δεν κατόρθωσε αυτό που επέτυχε ο Στεργιούλης δηλ σε τρία (3) μόλις χρόνια να ορθώσει Ναόν. Όχι, ας πούμε, ένα εξωκκλήσι ή προσκυνητάρι ή ιδιωτικό εκκλησάκι αλλά Ναόν περικαλλή με όλα όσα απαιτεί μια κανονική εκκλησιά.
Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή για να δούμε και τί βιβλίο τέλος πάντων είναι αυτό που ήδη το χαρακτήρισα απόλυτα πρωτοποριακό. Είκοσι τεσσάρων (24) μόλις χρόνων ήταν ο δάσκαλος – συγγραφέας του βιβλίου, όταν το 1971 διορίστηκε στο μονοθέσιο με 31 μαθητάς Δημοτικό Σχολείο του Τριδένδρου της Ευρυτανίας, χωριό που, όπως προσφυώς λέγεται, δεν το είχαν βρει ούτε… λοκατζήδες. Σεπτέμβριο του 1971 διορίστηκε και αμέσως συνέλαβε την παράτολμη ιδέα, αποκοτιά πέστε την με ό,τι σημαίνει αυτή η λέξη (από το αρχαίο κότος = το τόλμημα που εγκαθίσταται στην ψυχή), παράλληλα με το διδακτικό – παιδαγωγικό του έργο κι όταν αυτό τελείωνε – που το έργο του δασκάλου στο χωριό εκείνο τον καιρό δεν τελείωνε ποτέ – να χτίσει την εκκλησία του χωριού, ένας άνθρωπος αυτός μόνος και κυριολεκτικά απ’ το μηδέν. «Μπορεί το σχολείο να ήταν ο διακαής μου πόθος, αλλά ο νους μου για το χτίσιμο της εκκλησιάς παρέμεινε αδιασάλευτος. Και ενώπιον απάντων των Τριδενδριωτών εκφώνησα λόγον μέσα στην εκκλησία εκφράζοντας τη σθεναρή θέλησή μου για την εκ βάθρων ανακαίνιση του Ιερού Ναού», γράφει ο ίδιος. Και όλο το χωριό δια στόματος του ιερέως του: «Δάσκαλέ μου προχώρησε κι εμείς όλοι θα είμαστε στο πλευρό σου». Και συνεχίζει:
«Την επαύριο αρχίζει η εκστρατεία μου. Ξοδεύτηκε χαρτί με το κιλό. Χύθηκε άφθονο μελάνι. Άρχισα να απευθύνω επιστολές σε κρατικούς φορείς, σε Τράπεζες, σε Δημάρχους, σε Χριστιανικές οργανώσεις, σε Χριστιανικούς Συλλόγους, σε Φιλανθρωπικά Ιδρύματα, σε Σχολεία, σε Παιδαγωγικές Ακαδημίες, σε επιχειρηματίες, στους ξενιτεμένους Τριδενδριώτες, στους Ευρυτάνες της Αμερικής, στον Ελληνικό Στρατό. Γενικά σ’ ολόκληρη την Ελληνική Επικράτεια. Είχα ξαπλώσει ένα δίκτυο πληροφοριών και επαιτείας, αν θέλετε, για την επίτευξη του Ιερού σκοπού». (Είναι και σαν ημερολόγιο αυτό το βιβλίο – έχει πολλές αρετές – και τα ημερολόγια όπως και οι επιστολές πολύ μ’ αρέσουν).
Και σκέφτομαι: Πόσο εύκολα λέγονται όλ’ αυτά με λόγια. Για κάνε τα όμως πράξη. Για ανέβα με τα πόδια ή το τελεφερίκ ή το ελικόπτερο στην κορυφή του Ταΰγετου Γενάρη μήνα με χιόνια και αέρηδες. Για φτιάξε ο ίδιος το τελεφερίκ ή το ελικόπτερο και νά ’σαι και χειριστής. Εδώ να σε δω παλληκαρά μου, στην πράξη όχι στα λόγια και τη φαντασία. Γιατί άλλο να λες κι άλλο να κάνεις.
Όχι πως δεν είχε συνεργάτες ο δάσκαλος σ’ αυτό του το κατόρθωμα. Είχε και πολλούς και άξιους. Όμως ο ίδιος έστησε και διηύθυνε την ορχήστρα που κάθε φορά έπαιζε και διαφορετική μουσική. Άλλη για τα θεμέλια, την αναδομή, τα τσιμέντα, τα κεραμίδια, τα ξύλα, τη σκεπή, το τέμπλο, το σταυρό, όλα τέλος πάντων που απαιτεί μια κανονική εκκλησιά. Και τούτο δηλοί για τον εμψυχωτή τού εγχειρήματος ότι το νου και την ψυχή του τα φτέρωσε κάτι θεϊκό. Και το έργο μέσα σε τρία (3) μόλις χρόνια είχε ολοκληρωθεί.
Δεν αρκέστηκε ο δάσκαλος – συγγραφέας να πηγαίνει τακτικά στην εκκλησιά μαζί με τα παιδιά τού σχολειού του -σήμερα δεν γίνεται πια ούτ’ αυτό- όπου κι αν βρισκόταν, ούτε να σπουδάζει ή να απολαμβάνει τη μουσική και τη ζωγραφική με τα οποία είναι ιστορημένες οι εκκλησιές κι ο νους να επαίρεται, αλλά θέλησε να τη γνωρίσει και από μέσα. Από το μπουκαλάκι τον αγιασμό που μπαίνει στα θεμέλια ίσαμε τους σταυρούς στον τρούλο και τον άλλο σταυρό εσωτερικά τής επίστεψης του τέμπλου με όλα όσα υπάρχουν στα ανάμεσά τους. Κι αυτά αν είναι ό,τι ονομάζουμε βίωμα.
Στην πορεία ένιωσε και λύπες και χαρές και απογοητεύσεις και ενθουσιασμούς, έζησε εκπλήξεις και πόνους, ικανοποιήσεις και παράπονα, αγωνίες και πίκρες απερίγραπτες και πλήθος άλλα συναισθήματα. Είχε όμως πίστη αταλάντευτη πως το όνειρο μπορεί να το πραγματοποιήσει. Κι αν είναι ορθό αυτό που λέγεται ως παροιμιακός λόγος ότι όποιος δεν έχτισε, όποιος δεν πάντρεψε ζωή δεν ένιωσε, φανταστείτε τί ζωή ένιωσε εκείνος που όρθωσε Ναόν εκεί όπου παντρεύονται η μουσική, η μελωδία, ο χορός, όλες οι τέχνες για να ταξιδεύουν τους ανθρώπους σε τόπους υπερβατικούς, θεϊκούς, χωρίς να του το επιβάλει κανείς, χωρίς να του το υπαγορεύσει κανείς παρά μονάχα η ψυχή του. Εκεί που μαγεύεσαι και το μυαλό και το σώμα ανεβαίνουν στα ουράνια. Εκεί όπου συναντιώνται η ζωή με το θάνατο.
Και είχε έναν δικό του μυστικό τρόπο ο δάσκαλος Δημήτρης Στεργιούλης να προσεγγίζει τα θέματα. Να ενεργοποιεί τους μαθητάς του στο σχολείο και παράλληλα τους μαστόρους της εκκλησιάς και να ευαισθητοποιεί ανθρώπους όπου γης, εκτιμώντας την ιδιοσυγκρασία ενός εκάστου. Πάντοτε με αγάπη αλογάριαστη προς όλους, όπως έλεγε η μεγάλη Σοφία Βέμπο, αφού όλα από το λουλουδάκι που σπέρνεις ως το Θεό για να προκόψουν χρειάζονται την αγάπη.
***
«Παππού τί είναι θαύμα;» ρώτησε ο εγγονός τον παππού του Θανάση Βέγγο σε τηλεοπτική σειρά. Και ο Βέγγος ακαριαία χωρίς καθόλου να σκεφτεί: Θαύμα, παιδί μου, είναι το αναπάντεχο καλό. Όπως να έχουν πει σε κάποιον πως έχει καρκίνο, δεν θεραπεύεται κι ένα μήνα ζωή και ξαφνικά κι αναπάντεχα ο γιατρός να του πει πως δεν έχει. Ότι ο καρκίνος θεραπεύτηκε γιατί έγινε κάποιο θαύμα. Ένα τέτοιο πράγμα.
Έτσι κι εδώ. Ποιός φανταζόταν πριν πάει στο Τρίδεντρο ο συγκεκριμένος δάσκαλος ότι το χωριό που μέχρι την ημέρα εκείνη μαράζωνε και πέθαινε, σε τρία (3) χρόνια θά ’χει εκκλησιά και θα αρχίσει – θαύμα πραγματικά – να παίρνει τα πάνω του; Και όμως, σαν το Χριστό που είπε πως μπορεί να γκρεμίσει τον Ναόν και σε τρεις (3) ημέρες να τον ξαναφτιάξει, εδώ τα πάντα έγιναν σε τρία χρόνια αφότου τοποθετήθηκε εκεί (έτυχε ή ήταν απ’ το Θεό;) δάσκαλος ένα παιδί 24 ετών, ο Δημήτρης Στεργιούλης. Πράγματα που δεν εννοούνται δίχως τη δραστήρια μετοχή στη ροή τους θεϊκών δυνάμεων. Κι αμέσως, όπως ήδη είπαμε, συγκρότησε την ορχήστρα απ’ όλο το χωριό και έξω μακρυά απ’ αυτό και με μαέστρο τον ίδιον έπαιξαν αρμονικά όλα τα όργανα και το θαύμα συνετελέσθη. Αλήθεια, πού σπούδασε αρμονία, σύνθεση, αρμονικό συνδυασμό ταυτοχρόνως εκετελουμένων ήχων και τόσα άλλα; Πού σπουδάζονται αυτά να πάνε να σπουδάσουν κι άλλοι; Και όλα τούτα παράλληλα με το διδακτικό του έργο, δίχως ποτέ το ένα να είναι εις βάρος του άλλου. Και όπως τα δύο, σχολείο και εκκλησία πορεύονταν μαζί, το ίδιο και στο βιβλίο κερνιώνται σε ίση μοίρα. Και είναι και τούτο ένα θαύμα.
[ Το βιβλίο μου θύμισε κι έναν άλλο φίλο μου ξεχωριστό, καθηγητή φιλόλογο, που μια ζωή συγκέντρωνε κομματάκι κομματάκι λαογραφικό υλικό κι έστησε μουσείο με χιλιάδες εκθέματα από όλες τις πτυχές του βίου παλαιοτέρων εποχών, άριστα ταξινομημένα και τοποθετημένα, και όλη αυτή η εργασία βρήκε την έκφρασή της σε βιβλία όπου ιστορείται η αλλοτινή ζωή. (Ένας κόσμος που χάθηκε, Στα μυλολίθαρα του χρόνου, Θερισμένα στάχια, Το στερνό ταξίδι είναι μερικά απ’ αυτά).]
Ποιά δύναμη λοιπόν φτέρωσε το νου και την ψυχή ενός παιδιού σχεδόν, σε ξένο τόπο, να επιτελέσει αυτό το έργο, χωρίς να υπάρξει αντίδραση από πουθενά; Την ξέρουμε δα την «ελληνική πραγματικότητα», να λέει για το δάσκαλο, τον παπά, τον αστυνόμο «ασχολείται με έργα ξένα προς τα καθήκοντά του» και οι προϊστάμενοι να διατάσσουν διοικητική, καλώντας σε απολογία και κόβοντας τα φτερά.
Πιστεύω ότι δεν υπήρξε αντίδραση από πουθενά, αλλά σύμπνοια και ομοφωνία γιατί ο Δημήτρης Στεργιούλης κοσμείται από δύο βασικά: Είναι πάναγνος άνθρωπος και έντιμος. Και ο έντιμος άνθρωπος δεν ηττάται ποτέ, είπε μια φορά ο Μέτερνιχ για τον Καποδίστρια. Και αγαπάει την πατρίδα πραγματικά με ό,τι πυκνώνεται σ’ αυτή τη λέξη. Πώς το λέει ο Σοφοκλής; Κρατάει ψηλά την πατρίδα του αυτός που τιμάει τους νόμους της και ορκίζεται στους θεούς της. Και ο Στεργιούλης τίμησε τους νόμους της. Υπηρέτησε τον άνθρωπο χτίζοντας ψυχές και εκκλησιά και ορκίστηκε στους θεούς της.
Όσο για τον άλλον, συνεχίζει ο Σοφοκλής (της σοφίας το κλέος), που ό,τι κάνει το κάνει για να ικανοποιήσει το φανατισμό και τον εγωισμό του και να ξεθεμελιώσει τη γαλήνη, εύχομαι ούτε αυτός να τύχει στο τραπέζι μας παρέα ούτε εγώ στις ιδέες του σύμμαχος. Για να σημειώσει ο αγαπημένος και των δυο μας διδάσκαλος Φ. Βαρέλης: Μια προσπάθεια αποχής και μη συμμετοχής, τόσο μόνο. Μακριά από τον κακό, γιατί όπως λέει κι ο λαός «οι κακίες θα μας μείνουν». Όλα τ’ άλλα δηλαδή πάνε στο χώμα. Και ο συγγραφέας του βιβλίου: «Αν η ηθική αρματωσιά ξεπέσει, τότε και το μυαλό ξεπέφτει. Και (προς τους μαθητάς του): Να κρατάτε ψηλά τα εθνικά μας λάβαρα τη γη να μην εγγίσουν κι ο άνεμος τα πάρει». (σελ. 242, 243).
Και έδωσε ένα βιβλίο 310 σελίδων ο Δημήτρης Στεργιούλης, όπου ο αναγνώστης δεν ξέρει τί να πρωτοθαυμάσει. Τον πρακτικόν λόγον (βιβλίο) ή την έλλογη πράξη (εκκλησία). Το γνῶναι καὶ εἰδέναι ή το ἐνεργεῖν καὶ πράττειν. «Ἡ γνῶσις γὰρ οὐ μόνον δόξαν ἀλλὰ καὶ πρᾶξιν ταῖς ἀρεταῖς δίδωσι». Και όλος αυτός ο αγώνας που ήταν ένδακρυς, εν τέλει φέρει αγαλλιάζουσαν ηδύτητα. Γιατί ο Στεργιούλης θυσίασε τις εύκολες δάφνες της πρωτοτυπίας για τις βασικές ανάγκες της πατρίδος. Στο πρόσωπό του και στο βιβλίο του συμπυκνώνονται και αλληλοδιαπλέκονται τα ιερότερα ιδανικά του Έθνους μας: Η πατρίδα και η θρησκεία. Η θρησκεία και η πατρίδα.
Πήγε δάσκαλος σ’ άγνωστο χωριουδάκι κι έδωσε σ’ αυτό ισχύ και περιεχόμενο. Το μετέβαλε σε κύτταρο θρησκευτικής και πολιτιστικής αυτονομίας. Οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του θα κύτταζε να σπρώξει τον καιρό βάζοντας, όπως λέμε, λυτούς και δεμένους να φύγει αμέσως ή το πολύ τον άλλο χρόνο, όταν τελείωνε το σχολικό έτος και όπως ο νόμος προέβλεπε αναγνωρίζοντας τις αντικειμενικές δυσκολίες που υπήρχαν εκεί, και όλη την δραστηριότητά του θα την διοχέτευε σ’ αυτόν το σκοπό.
Αντιθέτως ο Στεργιούλης έθεσε εαυτόν εις σκοπόν ιερόν. Κατέστη η καρδιά των Αγράφων τα οποία πότισε με αίμα και ιδρώτα. Αθόρυβα, με σεμνότητα και ταπεινοσύνη. Έσπειρε σπόρον που έδωσε καρπόν εκατονταπλασίονα ώστε σε κάθε δύσκολη στιγμή οι κάτοικοι του χωριού και της ευρύτερης περιοχής να γυρίζουν στη μορφή του δασκάλου τους παραδειγματιζόμενοι από τη λεβεντιά και τις θυσίες του. Με ένα λόγο από το ανεξίτηλο ίχνος του. Γιατί απ’ το χωριό αυτό δεν πέρασε κάποτε ένας δάσκαλος που κατέλιπε έργο, αλλά πέρασε ένα γ ε γ ο ν ό ς .
Κατά τα εγκαίνια του Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου Τριδένδρου δεν υπήρξαν «κορυφαίοι λογάδες» και όλα έγιναν με την επιβαλλομένην σεμνότητα. «Με τάξη και κλιτότητα», που θά ’λεγε ο Βιτσέντζος Κορνάρος. Ήταν το έργο που μιλούσε, η ακτινοβολία του απλωμένη σ’ όλη τη γύρω περιοχή. Σε όλα τα Άγραφα και πολύ πιο μακρυά, για να το λέει στους αιώνες.
Κλείνοντας μνημονεύω ενδεικτικά ένα άλλο έργο που επετέλεσε η πολυσχιδής και γρηγορούσα αυτή συνείδηση και προσωπικότης. Να δοθεί στο Σχολικό συγκρότημα Κιάτου Κορινθίας, του οποίου ήταν για χρόνια η ψυχή, το όνομα του Κυπρίου αγωνιστή – μαθητή Ευαγόρα ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗ, πράξη που βρήκε και άλλους μιμητάς, όπως κι εδώ στη Λακωνία (αίθουσα 3ου Γυμνασίου Σπάρτης, Γυμνάσιο Νεαπόλεως). Και σκέφτομαι: Τώρα που πέθανε η Ελισάβετ Β’ αν «στους γαλάζιους δρόμους που θα ελίσσεται προς τα πάνω», όπως λέει ο δικός μας ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος, συναντήσει τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, αν λέω, θα μπόρεσει να τον αντικρύσει στα μάτια ή το συναπάντημα εκείνο θα την ρίξει στην άβυσσο, αφού ήταν εκείνη που δεν έδωσε χάρη σε ένα παιδί αγωνιστή της λευτεριάς της πατρίδος του παρά την παγκόσμια τότε κατακραυγή.
Και αφού του ευχηθώ να ζει πάντα στη χαρά του πνεύματος και της οικογενειακής Του ευτυχίας, να φεγγοβολεί με τη δύναμη της ψυχής Του και επαναλάβω την ευχή του Μητροπολίτου Ναυπακτίας και Ευρυτανίας μακαριστού Δαμασκηνού «ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου Δημήτριε», που τον γιγάντωσε και βρήκε ώρα ανοιχτή (πολλές λέξεις είναι πιο αντιπροσωπευτικές από το νόημά τους, και οι δύο λέξεις ίσχυε και ανδρίζου από τις πιο μεγαλειώδεις της ατέλειωτης ελληνικής γλώσσας. Παρόμοιες φράσεις με τρελαίνουν. Τα ωραία πρέπει να επαναλαμβάνονται για να ομορφαίνουν τη ζωή), αφού του ευχηθώ όλ’ αυτά και νάχει ούλα του Θεού τα καλά δηλ του φωτός, της αγάπης και της χαράς, θα τελειώσω λέγοντας ότι αναμένουμε να μας ψωμίσει και με άλλες παρόμοιες θύμισες που τον φόρτωσε η ζωή και είμαι βέβαιος πως υπάρχουν και τον κοσμούν.