Το ποίημα της Κασσιανής

Τρίτη, 11 Απρίλιος 2023 10:40 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Το ποίημα της Κασσιανής

Άκουγα τον Περιστέρη, άλλοτε πρωτοψάλτη στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, να αποδίδει το ποίημα της Κασσιανής. Το κάνω κάθε χρόνο τέτοιες μέρες. Αυτό το ποίημα κι αυτή η φωνή πάντα απογειώνουν. Και το ποίημα είναι πραγματικά μεγάλο, αφού είναι γεμάτο πόνο, αγωνία, παράκληση. Και μόνον οι πόρνες που πέρασαν μέσα από τη βρομιά της ζωής χωρίς να σκεφτεί κανείς πούθε ξεκίνησαν, αν είχαν σπίτια, τί τις ανάγκασε να κυλιούνται στο βούρκο, κι από πάνω να τις εκμεταλλεύονται, να τις σκοτώνουν, μόνον αυτές γνωρίζουν περισσότερο από κάθε άλλον πόσο σκληρή, απάνθρωπη , ανελέητη, θηριώδης και υποκριτική η ζωή.  

Είναι και αυτές οι μετοχές στο τροπάριο – μεγάλο μέρος του λόγου η μετοχή όχι όμως αναλυμένη, αφού αναλυμένη παύει να είναι μετοχή δηλ. να μετέχει στην όλη διαδικασία και λειτουργία του λόγου – όπως: περιπεσούσα (Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσούσα γυνή – από γύρω γύρω, πανταχόθεν), αἰσθομένη, ἀναλαβοῦσα, ὀδυρομένη, για να ακολουθήσει εκείνο το «οἴμοι ! λέγουσα ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας». (Αλίμονο σε μένα, έλεγε οδυρομένη, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη χωρίς φεγγάρι, η μανία της ασωτείας και ο έρωτας της αμαρτίας). Τί φράση αυτό το έρως της αμαρτίας! Όχι άλλος έρωτας αλλά της αμαρτίας. Προσοχή και στις λέξεις οίστρος, μανία, έρως και πώς χρησιμοποιούνται σαν επίθετα χωρίς να είναι επίθετα αλλά ως διπλά ουσιαστικά – ζεύγματα. Οἶστρος ἀκολασίας – ἔρως τῆς ἁμαρτίας και αποδίδεται ολόκληρος ο βούρκος της ανθρωπότητος με μια εικόνα. Και η φράση πια «νύξ ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος» εκτοξεύει το νόημα. (Αυτά που κατά καιρούς χρησιμοποιώ απ’ τα πρωτότυπα κείμενα και στη γλώσσα που εγράφησαν, το κάνω όχι για να μου πείτε μπράβο αλλά, πιστέψτε με, για να νοιώσω τη μεγαλοπρέπειά τους. Και πολλές φορές τα λέω απ’ έξω.)

Από εδώ και κάτω παρακαλεί το Θεό να δεχθεί τις πηγές των δακρύων της. (Δέξαι τὰς πηγὰς τῶν δακρύων). Όχι τα δάκρυά της, αλλά τις πηγές, τις βρύσες των ματιών της. Να λυγίσει τους αναστεναγμούς της καρδιάς της (κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας.) Θα φιλήσω τρυφερά τα άχραντα πόδια σου και θα τα σφουγγίσω με τα πλοκάμια των μαλλιών μου (καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις). Αυτά τα πόδια που σαν η Εύα τα άκουσε να περπατάνε κατά το δειλινό, από το φόβο της κρύφτηκε. (Ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινὸν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη). Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τὶς ἐξιχνιάσει. Και αυτό το κριμάτων σου αβύσσους πάντα με δυσκόλευε. Έλεγα: Καλά το πλήθος των αμαρτιών της, όμως το κριμάτων σου αβύσσους τί σημαίνει; Έχει κρίματα ο Θεός; Είναι ο Θεός κριματισμένος; (Κεφάλι μου τι έκαμες κι είσαι κριματισμένον, λέει το δημοτικό τραγούδι του Ολύμπου). Πήγαινα και σε μεταφράσεις χωρίς να διαφωτίζουν, αφού το άφηναν αμετάφραστο, και πήγαινα να τρελαθώ. Μέχρι που -άστραμμα ήταν- θυμήθηκα τη φράση της Γραφής. «Ἀπὸ τῶν κριμάτων σου οὐκ ἐξέκλινα» και την άλλη «παρέδωκαν αὐτὸν εἰς κρῖμα θανάτου» και κατάλαβα ότι κρίμα είναι το αντικείμενο κρίσεως, το αποτέλεσμα της κρίσεως, η απόφαση. Και «κριμάτων σου ἀβύσσους τὶς ἐξιχνιάσει» σημαίνει: την άβυσσο των αποφάσεών σου, Θεέ μου, των κρίσεών Σου δηλαδή ποιος θα την εξερευνήσει; Και μάλιστα εδώ η Κασσιανή βάζει πληθυντικό αριθμό, κριμάτων και αβύσσους, που καθιστά την εξερεύνηση εντελώς ακατόρθωτη. Και με παράδειγμα: Βλέπουμε ορισμένες φορές μικρά αθώα παιδάκια να προσβάλονται από βαριές αρρώστιες και να πεθαίνουν. Και τότε είναι που στη θλίψη και την αγανάκτηση λέμε: Γιατί Θεέ μου, τί έφταιξε αυτό το πλασματάκι; Πότε πρόλαβε να αμαρτήσει και τιμωρείται; Ή για την τραγωδία των Τεμπών: πού είσαι, Θεέ μου. 

Εδώ λοιπόν βγαίνει μπροστά το «κριμάτων Σου ἀβύσσους τὶς ἐξιχνιάσει» δηλαδή τις αβύσσους των αποφάσεών σου, των κρίσεών σου ποιος θα εξερευνήσει και απαντά, παρηγορεί. Πραγματικά δεν μπορείς να δώσεις καμμία άλλη απάντηση πέρα απ’ αυτό που λέει στο ποίημά της η Κασσιανή. Το να συζητάμε για τον Θεό και τις αποφάσεις Του είναι ανώφελο, αφού ο Θεός είναι τόσο ψηλά και τόσο μακρυά, υπερβαίνει τον ανθρώπινο νου, ώστε δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε τον Ίδιον και τις αποφάσεις Του. Εδώ μιλάμε για τη μεγαλοπρέπεια της κρίσης του Θεού μπροστά στην οποία τίποτα δεν μπορεί να σταθεί. «Ἐν ἐσόπτροις καὶ ἐν αἰνίγμασι» μόνον ο άνθρωπος απέναντι στο Θεό. 

Και «τὴν σὴν δούλην σου μὴ παρίδῃς». Ἀποσμήγω, παρορῶ ρήματα που αφήσαμε και πέθαναν και μίκρυνε η ψυχή μας. Και «κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα». Τί πράγμα κι αυτή η δοτική, που κι αυτή την αφήσαμε και χάθηκε. Και άλλες δοτικές όπως «κάμφθητί μοι, τῇ ἀφάτῳ καινώσει» σε μια γλώσσα που δεν παίζεται και πώς να τις αποδώσει κανείς; Και όλο το ποίημα της Κασσιανής μια μεγάλη δέηση και παράκληση, που εκπέμπει δύναμη θεϊκή ώστε αγγίζει όλους μας. Η δέηση της πόρνης σώζει λες και μας.

Και όταν το έψελνε ο Περιστέρης, άλλοτε πρωτοψάλτης της Μητροπόλεως Αθηνών το έφτανε στον ουρανό. Με κάποιους καλούς ψάλτες τρελαίνομαι. Τον Παβαρότι και τους άλλους τους αφήνει χιλιόμετρα πίσω. Και όμως ο Περιστέρης είναι άγνωστος στους πολλούς και κανένας πια δεν του κάνει εκπομπή. Και είναι τούτο μεγάλη αδικία. Εδώ έχουν κατακλύσει τα λεγόμενα μέσα ενημέρωσης όλα τα φρόκαλα από πολιτικούς, δημοσιογράφους, αξιωματούχους, αναλυτές και ατέλειωτες ανόητες συζητήσεις και ο Περιστέρης με το ποίημα της Κασσιανής που συγκλονίζουν, απουσιάζουν. Παίρνει αξία το ποίημα με τη Βυζαντινή μουσική του και απόδοση του Περιστέρη. Και αν θελήσετε να το ακούσετε στο διαδίκτυο προσέξτε παρακαλώ εκείνο το «οἴμοι! Ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας» και στο τέλος το «ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τὶς ἐξιχνιάσει», εκείνο το «τίς» πώς το παίρνει και το φτάνει ως τον ουρανό !  

Και είναι κρίμα τέτοιοι άνθρωποι, τέτοια ταλέντα να μην ακούγονται. Πού φτάσαμε! Χάθηκε το ωραίο, αυτό που κρατούσε τον άνθρωπο. Είπα λοιπόν να το ακούσω άλλη μια φορά το τροπάριο της Κασσιανής για να ερεθιστεί το μυαλό αφού ακόμα βρίσκομαι σ’ αυτή την ψεύτικη ζωή. Ν’ ακούσω το «οἷστρος ἀκολασίας, νύξ ζωφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας», που σήμερα κι αν κυριαρχούν, με το «δέξου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων».

Αλήθεια, πού έχουν τις πηγές τους τα δάκρυα; Που ξαφνικά εκεί που ακούς κάτι αρχίζουν τα μάτια να τρέχουν νερό. Αυτό το πράγμα, να τρέχουν ποτάμι, που λέει ο λαός, τί είναι και πώς δημιουργείται ξαφνικά σε μια στιγμή; Και αυτό να το έχει μόνον ο άνθρωπος. Και τρέχουν τα δάκρυα και στη μεγάλη χαρά, αλλά όχι τόσο όσο όταν πονάς.
Σήμερα όμως στέγνωσε ο κόσμος από αισθήματα. Βλέπεις ψυχρά πρόσωπα, τρομοκρατημένα, άψυχα. Έγινε στεγνή η ζωή.

Και για να κλείσουμε επανερχόμενοι στο ποίημα της Κασσιανής. Αλήθεια, πού είναι οι φιλόσοφοι, οι θεολόγοι, οι καθηγητάδες να τα αναδείξουν όλα αυτά τα όντως μεγάλα και σπουδαία; Ξεράθηκε πνευματικά ο τόπος. Μεσαίωνας. Γιατί αυτός είναι ο Μεσαίωνας κι όχι εκείνος που λέει η Ιστορία. Σήμερα που στέρεψε μέσα μας το κάθε τι. Συγχωρέστε με. Καλή Λαμπρή.
 
 

 
 
 

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Mikel_new-opening

Πρόσφατα Νέα

Η δική σας είδηση