
Σε νέα εποχή πέρασε, εσχάτως, η πρόσβαση στην ιστορική Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής Καστρίου, στους «βόρειους δήμους» της Λακωνίας. Όπως πληροφορούμαστε μέσα από την τριμηνιαία έκδοση του Πολιτιστικού Συλλόγου Καστορείου «Πολυδεύκης», ύστερα από ενέργειες και προσωπική εργασία του Νίκου Βουνάση και του γιου του, Δημήτρη, η οδός προς το μοναστήρι βελτιώθηκε και παραδόθηκε αναβαθμισμένη στην κυκλοφορία, προσφέροντας περισσότερη άνεση και ασφάλεια στους επισκέπτες-προσκυνητές. Ενδεικτική είναι η συνοδευτική φωτογραφία με το πούλμαν του κ. Κονιδιτσιώτη -το μεγαλύτερο που διαθέτει το ΚΤΕΛ- που αποτυπώνει διευκόλυνση της κίνησης ογκωδών οχημάτων από και προς το ορεινό θρησκευτικό μνημείο. Σημειώνεται ότι ο δρόμος είναι πλήρως ασφαλτοστρωμένος και καταλήγει σε χώρο στάθμευσης έμπροσθεν της μονής.
Πλέον, ολοένα και περισσότερα τουριστικά γραφεία από Αθήνα και άλλες περιοχές της χώρας, οργανώνουν εκδρομές τα Σαββατοκύριακα για το Καστόρι, με την ευρύτερη περιοχή του βόρειου Ταϋγέτου να εξελίσσεται σταδιακά σε προορισμό για τους λάτρεις των εξορμήσεων στη φύση. Όπως επισημαίνει ο «Πολυδεύκης», «καλό και ωφέλιμο είναι να συμπεριλάβουν στις περιηγήσεις τους και μία επίσκεψη στο ιστορικό μοναστήρι».
Αξίζει να αναφερθεί πως το προηγούμενο διάστημα συντελέστηκε κι έργο συντήρησης του ζωγραφικού διακόσμου του καθολικού, αλλά κι υλοποίηση εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης των τοιχογραφιών και του ξυλόγλυπτου τέμπλου της μονής. Οι εργασίες χρηματοδοτήθηκαν από την Περιφέρεια Πελοποννήσου και υλοποιήθηκαν από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας, με την ανάθεσή τους σε εξειδικευμένους συντηρητές, στο πλαίσιο προγραμματικής σύμβασης μεταξύ της Περιφέρειας Πελοποννήσου, του Υπουργείου Πολιτισμού & Αθλητισμού και της Μητρόπολης Μονεμβασίας & Σπάρτης.
Η ΙΜ Ζωοδόχου Πηγής βρίσκεται σε απόσταση 21 χιλιομέτρων από τη Σπάρτη και 1,3 χιλιόμετρα από το χωριό Καστρί. Είναι φρουριακού ρυθμού και δεσπόζει σε όλη την περιοχή, καθώς κρέμεται σαν αετοφωλιά στην ανατολική πλαγιά της κορυφής του Αϊ Γιάννη. Η μονή, που έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το 1962, κατέχει εξέχουσα θέση στη θρησκευτική και πολιτιστική ταυτότητα της βόρειας Λακεδαίμονος και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μεταβυζαντινά μνημεία της Πελοποννήσου, με διαχρονική λατρευτική σημασία. Το καθολικό του μοναστηριού φιλοξενεί τοιχογραφίες ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας από το τέλος του 17ου έως τις αρχές του 18ου αιώνα, καθώς και ξυλόγλυπτο τέμπλο τού 19ου αιώνα. Πιστεύεται πως η μονή έχει κτιστεί στις αρχές του 17ου αιώνα, αν και άλλες πηγές τοποθετούν την ίδρυσή της αρκετά νωρίτερα, στον 8ο αιώνα μΧ.