Απ’ την 7ετία, στον Καραμανλή και λίγο από ΠΑΣΟΚ. Προσεχώς περισσότερο…

Παρασκευή, 12 Ιούνιος 2020 20:21 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ

Πέρασαν τα χρόνια, ήλθε και η 7ετία τον Απρίλιο 1967. Εγώ ήμουνα έξαλλος για το καθεστώς αυτό, στην αρχή. Μετά έπιασαν τον αδελφό μου Αντρέα στο χωριό, τον έφεραν στις φυλακές της Σπάρτης. Φρόντισαν οι συγγενείς και τον έβγαλαν. Καμώθηκα εγώ και όλοι μας στην οικογένεια. Άλλαξε και ο Διευθυντής της Τράπεζας, έχασα κι εγώ την θέση μου στις χορηγήσεις. Με πήγανε σε άλλο πόστο, στις καταθέσεις. Καλά τα πήγαινα κι εκεί. Μια μέρα μπήκανε στην τράπεζα δύο πελάτες, μια κυρία και ένας κύριος. Παρουσιάσθηκαν στο γκισέ μου με τα βιβλιάριά τους προτεταμένα, διεκδικώντας την πρωτιά τους, καβγαδίζοντας. Ήταν έτοιμοι να εκραγούν τελείως. Εγώ πήρα το βιβλιάριο της κυρίας πρώτα και απευθυνόμενος προς τον κύριο του είπα ότι τους είδα στην είσοδο, να μπαίνουν συγχρόνως, αλλά η κυρία προηγείται λόγω διαφοράς στήθους. Ο κύριος τότε έριξε μια ματιά στο ντεκολτέ της κυρίας, χαμογέλασε και συμφώνησε μαζί μου, αφού ήτανε αρκετά πλούσιο. Έληξε έτσι η παρεξήγηση, έφυγαν ευχαριστημένοι και συνέχισα την εργασία μου απρόσκοπτα, αφού δεν είχαμε και πολύ χρόνο για χάσιμο σε καβγάδες, σαν αποδοτικοί υπάλληλοι, υποτίθεται.

Πήρα το καλοκαίρι κανονική άδεια και συνόδευσα την μητέρα μου στην Αιδηψό, για τα μπάνια της. Με κάλεσε ο προϊστάμενος τηλεφωνικά να επιστρέψω στη δουλειά μου, γιατί κάποιος συνάδελφος δήθεν αρρώστησε. Άφησα την μητέρα μου μόνη της. Διέκοψα την άδειά μου κι επέστρεψα στην τράπεζα. Έβαλα μπρος για γάμο. Καιρός ήτανε για οικογένεια. Να δεσμευθώ ακόμα περισσότερο, στο γάμο. Καλέσαμε και τον τότε Δήμαρχο κ. Γιώργο Λιναρδάκη, γαμπρό του δασκάλου Θεοφιλογιαννάκου, που ήτανε αδελφός της γιαγιάς μου Σμαράγδως απ’ την Λογγάστρα. Αυτόν τον παππού τον Δάσκαλο καλούσαμε όταν συνέβαινε κάτι κακό στην οικογένειά μας, στην κατοχή και τον εμφύλιο, κυρίως στη μητέρα μας, γιατί αυτή ήτανε η ζωηρή στην οικογένεια. Στην κατοχή τον είχαμε καλέσει να βγάλει την μητέρα μου από τη φυλακή, από το υπόγειο της τράπεζας που εργαζόμουνα τώρα εγώ, το μουντρούμι του Μενελάιον τότε. Δεν είμαι, αχάριστος, φίλοι μου αναγνώστες, ήμουνα υποχρεωμένος σ’ αυτόν τον παππού, ήλθε στην τράπεζα και μου ζήτησε αίμα το 1968 νομίζω, θα του έκανε επέμβαση ο γιατρός κ. Κ. Γερουλάκος. Ήτανε η πρώτη φορά που θα έδινα αίμα. Φοβόμουνα κιόλας. «Ταιριάζει παππού το αίμα μας;» τον ρώτησα χαριτολογώντας. Ανήκαμε σε διαφορετικές ομάδες στα κόμματα βλέπεις. «Θα ταιριάξουν», μου απάντησε. Πήγα στην κλινική, ίδρωσε ο γιατρός να μου πάρει αίμα. Ήμουνα δύσκολος τότε, μετά έγινα αιμοδότης.
  Το 1969 έγινε το Δημοψήφισμα. Στο εκλογικό κέντρο στο χωριό μου, οι αρμόδιοι περίμεναν να ψηφίσω φανερά το ΝΑΙ, όπως οι περισσότεροι έκαναν. Εγώ μπήκα στο παραβάν μάλλον για το ΟΧΙ. Η δυσαρέσκειά τους ήτανε αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους.

Περνάει ο καιρός και αλλάζω πόστα στην τράπεζα. Με στέλνουν κατά καιρούς σε μικρά υποκαταστήματα να αντικαταστήσω τους Διευθυντές που φεύγουν με άδεια ή άλλον λόγο. Μετά το 1970, ο Διευθυντής διατάζει να μου παραδώσουν το φάκελο ληξ. συναλλαγματικών. Έχει χωρίσματα με ημερομηνίες λήξεώς των. Να αναλάβω εγώ την είσπραξίν των. Οι δύο συνάδελφοι μού παραδίδουν και 3 συναλλαγματικές ληγμένες ενός πελάτη και μου λένε ότι αυτές τις κρατάνε και δεν το γνωρίζει ο Διευθυντής, αλλά τις κρατάνε αυτοί, έτσι φιλικά. Το ίδιο βράδυ ενημέρωσα τον Διευθυντή. Εξεπλάγη δήθεν και θορυβήθηκε. Την επομένη μέρα πλάκωσε η Επιθεώρηση. Το πρώτο που κοιτάζει είναι το ταμείο και τις συναλλαγματικές. Ήλθε ο πελάτης και εξόφλησε τα γραμμάτια, που κρατούσε όμως ο Δ/ντής. Διαφορετικά θα έπεφτε καμπάνα σε μένα. Την ίδια χρονιά πέρασε απ’ το Κατάστημα ο θείος μου Γιάννης, γιος του παππού μου. Ήτανε Δ/ντής στο Καταστημα Αμπελοκήπων. Μου πρότεινε, αν θέλω, να με κάνει Δ/ντή σε μικρό Υποκατάστημα στη Λακωνία. Τον ευχαρίστησα αλλά αρνήθηκα. Είχα πλέον γυναίκα και παιδί. Αν δεχόμουν θα είχε αλλάξει η ζωή μου. Ας είναι έτσι, αυτά είναι τυχερά.

Περνούσε ο καιρός, έγιναν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Ένα Σάββατο επιστρέφω με το ποδήλατό μου απ’ το προικώο μας τον Καραβά. Προτού ανοίξω την πόρτα, η συμβία μου μού ψιθυρίζει απ’ το μπαλκονάκι του ισογείου ότι «ο Παπαδόπουλος έπεσε». «Ποιος ανέλαβε;» τη ρώτησα. Ο Ιωαννίδης μου απαντάει. Χειρότερα της λέω. Η λύση Μαρκεζίνη, για εκείνη την ώρα, ήτανε για εμένα, η συμφέρουσα για τη χώρα. Θα πέφταμε στα μαλακά, ενώ με τον άλλον χάσαμε ένα μέρος της Κύπρου. Τας έριδας μας εκμεταλλεύονται οι Τούρκοι και μας συρρικνώνουν, συμφωνούντων των μεγάλων. Επαγρύπνηση λοιπόν, οι καιροί είναι δύσκολοι, φίλοι μου αναγνώστες, με τέτοιους γείτονες, απειλητικούς.


Έπεσε η 7ετία, ήλθε ο Καραμανλής. Έγιναν εκλογές αργότερα. Η σειρά επιτυχίας ήτανε Καραμανλής, Μαύρος, Αντρέας. Εγώ ήμουν σταθερός στην Ε.Κ. Ο Διευθυντής του Καταστήματος καμάρωνε για την πρωτιά και για το ότι ο δικός του τα είπε ωραία στη Βουλή. Πετάχτηκε ένας συνάδελφος και τόλμησε να εκφράσει τη γνώμη του, ότι τα είπε καλά και ο Μαύρος. Δεν ακούσθηκε κανένα σχόλιο. Πετάχτηκε και η Μαρία η οποία απεφάνθη ότι «και ο Αντρέας τα είπε καλά κύριε Διευθυντά». - «Με τον Αντρέα είσαι Μαρία, αυτό θα έχει δυσμενείς συνέπειες στην σταδιοδρομία σου Μαρία». Εγώ δεν ήμουνα ακόμα του Αντρέα αλλά πετάχτηκα να υπερασπίσω την ελεύθερη έκφραση εκάστου, αφού έχουμε πλέον Δημοκρατία. Δεν άκουσα κανένα σχόλιο από κανέναν, αλλά σε μερικούς μήνες πήρα μετάθεση για το Γύθειο ως απλός υπάλληλος ενώ πριν με έστελναν ως Διευθυντή σε άλλα Καταστήματα. Δεν το έψαξα περισσότερο, ίσως ήταν μια απλή σύμπτωση η μετακίνησή μου εκείνη.

Πέρασαν 10ετίες, συνταξιούχοι πλέον, παραβρεθήκαμε στην κηδεία προσφιλούς μας προσώπου στη Σπάρτη. Πλησίασα σταθερά τον πρώην Δ/ντή μου, τον χαιρέτησα εγκάρδια και αυθόρμητα αγκαλιαστήκαμε και φιληθήκαμε κιόλας. Είχανε περάσει δύο δεκαετίες από εκείνο το επεισόδιο, που μας είχαν ωριμάσει περισσότερο. Το απαιτούσε και η περίσταση και ο αποθανών ήταν φιλικός με όλους. Το εξεδήλωνε τακτικά στην Τράπεζα και εκτός αυτής. Αυτό θα επιθυμούσε και τώρα ο κοινός φίλος μας Κώστας, έμπορος δερμάτων, που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στην κοινωνία της Σπάρτης και σημαντικός πελάτης μας, όταν βρισκόταν στη ζωή.

Στις εκλογές του Νοέμβρη του 1977 προσχώρησα κι εγώ στις τάξεις του ΠΑΣΟΚ. Με τη νίκη του το 1981 περιμέναμε ουσιαστικές αλλαγές, κυρίως σε θέματα διαφθοράς. Σε τράπεζα εργαζόμαστε και βλέπαμε τι γινότανε και αντιδρούσαμε. Τα συμφέροντα ήτανε μεγάλα και η πίεση επίσης. Επικράτησαν τα οργανωμένα συμφέροντα. Ευτυχώς έφυγα από την τράπεζα, το κόμμα και το Στάδιο. Κουβάλαγα μαζί μου και τρία ανευρύσματα κοιλιακής αορτής. Τα ανακάλυψα στην πορεία, έκανα θεραπευτική αγωγή, επεμβάσεις την 10ετία του 1990 κι ευρίσκομαι ακόμα στη ζωή, να σας ταλαιπωρώ, φίλοι μου αναγνώστες, με τα γραπτά μου. Αν ξαναγεννιόμουν αυτή την πορεία θα ακολουθούσα.

Παρ’ όλα αυτά οι αρμόδιοι βρήκαν τρόπο να μας ταλαιπωρήσουν και μετά, εμένα σαν συνταξιούχο πλέον. Και τα 6 χρόνια στο Στάδιο ένοχα. Στα 5 απαλλαγήκαμε με δικηγόρους. Στο 6ο ένοχοι, πληρώσαμε με δόσεις. Το έλεγα στα συντρόφια, μας δικαιολογούσαν κάποιοι. Δύο όμως ήτανε ανένδοτοι. «Καλά σας έκαναν παλιο-κλεφταράδες». Το σημείωσα αυτό και μετά από χρόνια απεδείχθη, ότι αυτών τα δάχτυλα είχανε μεγάλη ευστροφία περί τον αντίχειρα στα οικονομικά της εργασίας τους. Μιλάμε για μεγάλα ποσά του Δημοσίου. Έπεσαν στα μαλακά όμως, γιατί βρέθηκαν πρόθυμοι, που τους έδωσαν συγχωροχάρτια και ακόμα μας ταλαιπωρούν.
ΥΓ. Το Χ.Α. είναι στα πάνω του. Φαίνεται ότι η πολιτική Μητσοτάκη είναι η ενδεδειγμένη στα οικονομικά μας. Βοηθά και η Ε.Ε.

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ηλία Μακρή
Το κλίκ της ημέρας
του Ηλία Μακρή

Πρόσφατα Νέα

Η δική σας είδηση