Στις 17 Αυγούστου 1985 έφυγε από τη ζωή ο Σάκης (Διονύσης) Καράγιωργας, ο αγωνιστής καθηγητής, ο πνευματικός αρνητής και πολέμιος της χούντας του ΄67, ο υπερασπιστής της δημοκρατίας και της ελευθερίας.
Γεννημένος το 1930 στον Πύργο της Ηλείας σπούδασε στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή στον Πειραιά και στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών στην Αθήνα (Πανεπιστήμιο Πειραιώς και Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών αντίστοιχα σήμερα) και στη συνέχεια με κρατική υποτροφία έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο London School of Economics στην Αγγλία. Το 1962 γίνεται διδάκτορας και στη συνέχεια επί κυβέρνησης Ένωσης Κέντρου και υφυπουργού Συντονισμού Ανδρέα Παπανδρέου, ορίζεται γενικός γραμματέας της οικονομικής εξ υπουργών επιτροπής. Το 1966 εκλέγεται έκτακτος καθηγητής της Δημόσιας Οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και σύντομα κυκλοφορούν τα πρώτα πανεπιστημιακά του εγχειρίδια.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας πρωτοστατεί στη συγκρότηση της «Δημοκρατικής Άμυνας», μιας οργάνωσης που αντιτάχθηκε στη χούντα των συνταγματαρχών. Στις 14 Ιουλίου του 1969 στο υπόγειο του σπιτιού του στην Αγία Παρασκευή όπου έμενε με την οικογένειά του και με το πρόσχημα ότι είχε να διορθώσει γραπτά των φοιτητών του εκρήγνυται στα χέρια του εκρηκτικός μηχανισμός, ο οποίος προοριζόταν για δράση εναντίον του καθεστώτος. Με χαμένο το μεγαλύτερο μέρος της παλάμης και όλα τα δάχτυλα του δεξιού χεριού του μεταφέρεται από τη γυναίκα του αιμόφυρτος στο νοσοκομείο, όπου πέφτει στα χέρια της αστυνομίας. Φυλακισμένος, αν και σωματικό ράκος, βασανίστηκε απάνθρωπα για πάνω από 5 μήνες, αντέδρασε στην αυστηρή απομόνωση σε διάφορα κρατητήρια της ασφάλειας και έμαθε με πολύ κόπο να γράφει με το αριστερό του χέρι. Οι περιγραφές των σωματικών βασανιστηρίων και της ψυχολογικής βίας που δημοσιεύθηκαν στον ξένο Τύπο συγκλόνισαν την παγκόσμια κοινή γνώμη και το πανελλήνιο αποκαλύπτοντας τις μεθόδους, τις οποίες χρησιμοποιεί η χούντα για την εδραίωσή της.
Το έκτακτο Στρατοδικείο τον Απρίλιο του 1970 καταδίκασε 35 μέλη της οργάνωσης και τον Σ. Καράγιωργα σε ισόβια -ο Επίτροπος μόνο γι’ αυτόν ζήτησε την ποινή του θανάτου- ποινή που θα εκτίσει ως την αμνηστία του 1973. Αξίζει ένα απόσπασμα από το τέλος της απολογίας του.
«Κύριοι στρατοδίκαι, μέχρι τώρα σας εξέθεσα τους λόγους δια τους οποίους συμμετέχω εις την Δημοκρατικήν Άμυναν. Είχα χρέος μου να αγωνισθώ εις τα πλαίσια της οργανώσεως αυτής προς αποκατάστασιν των δημοκρατικών ελευθεριών εις την χώραν. Είχα χρέος, πρώτον, ως άνθρωπος απέναντι της ιστορίας. Απέναντι δηλαδή όλων εκείνων οι οποίοι ηγωνίσθησαν με τον λόγον ή με τα όπλα, εκείνων που έχυσαν ποταμούς αίματος δια να κληροδοτήσουν εις ημάς την ελευθερίαν και την δημοκρατίαν. Δεύτερον, είχα χρέος ως καθηγητής απέναντι στους φοιτητάς μου. Εις τους νέους αυτούς δεν μετέδιδα μόνον ξηράς επιστημονικάς γνώσεις. Τους είχα γαλουχήσει με την ιδέαν ότι ορθαί αποφάσεις επί των μεγάλων προβλημάτων της χώρας λαμβάνονται μόνον με την δημοκρατικήν διαδικασίαν επιλογής, θα ήμουν ασυνεπής και θα εθεωρείτο δι’ εμέ φυγομαχία εάν δια του αγώνος μου δεν εδικαίωνα τας ιδέας μου περί ελευθερίας και δημοκρατίας απέναντι των φοιτητών μου. Τέλος, κύριοι στρατοδίκαι, είχα ένα προσωπικόν χρέος απέναντι του ελληνικού λαού και της πατρίδος. Αυτός ο λαός έκανεν πολλάς θυσίας και δαπανάς χάριν εμού. Με εσπούδασεν εις τα ελληνικά πανεπιστήμια, με έστειλεν με υποτροφίαν δι’ ανωτέρας σπουδάς εις το εξωτερικόν, με έκανεν καθηγητήν ανωτάτης σχολής και ανώτατον κρατικόν λειτουργόν. Δι’ όλας αυτάς τας θυσίας τί ζητεί ως αντάλλαγμα από εμέ ο ελληνικός λαός και η πατρίς; Τί ζητεί από όλους τους πνευματικούς ανθρώπους; Δύο μόνον πράγματα. Να προσφέρουν τας επιστημονικάς των υπηρεσίας και να είναι οι θεματοφύλακες των ηθικών και πνευματικών αξιών του ελληνικού λαού. Είχα υποχρέωσιν, επομένως, κύριοι στρατοδίκαι, να εξοφλήσω αυτό το μεγάλο χρέος μου, ακόμη και εάν παρίστατο ανάγκη να δώσω και την ζωήν μου».
Από αυτά τα λόγια συνάγεται μια πολύ σημαντική θέση ότι, αυτό που εισέπραξες με τη χορηγία του ελληνικού λαού δεν είναι αποκλειστικά δικό σου, ατομικό προνόμιο, αλλά πρέπει να το επιστρέψεις πολλαπλάσιο στην κοινωνία που σου το προσέφερε.
Μετά την πτώση της δικτατορίας επιστρέφει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εντάσσεται στο ΠΑΣΟΚ, όπου όμως σύντομα θα διαγραφεί από τον Ανδρέα Παπανδρέου μαζί με άλλα στελέχη λόγω διαφωνιών. Από τη θέση του στο Πανεπιστήμιο συμμετέχει ενεργά σε διαμαρτυρίες, αντιδράσεις ακόμη και συγκρούσεις με επίκεντρο τη βελτίωση της ανώτατης εκπαίδευσης και τον εκσυγχρονισμό της πιστεύοντας ότι αυτή μπορεί να αποτελέσει δυναμικό στοιχείο της κοινωνικής αλλαγής. Αγωνίζεται για τον εκδημοκρατισμό της Ανώτατης Παιδείας, την ποιοτική αναβάθμιση των σπουδών και τη σύνδεσή της με την κοινωνική και την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας.
Η πόλη του Πύργου τίμησε μετά τον θάνατό του τον αγωνιστή καθηγητή, τον πνευματικό άνθρωπο ονομάζοντας την κεντρική πλατεία της σε «Πλατεία Σάκη Καράγιωργα».