Ανατροπές και σύγχυση έχουν προκαλέσει στον τεχνικό κλάδο και σε επίδοξους ιδιώτες επενδυτές, αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) με τις οποίες ακυρώνονται οικοδομικές άδειες σε περιοχές εκτός σχεδίου δόμησης. Προκαλούνται έτσι τους τελευταίους μήνες ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες στους ιδιοκτήτες ακινήτων και εκτάσεων, που έχουν πέσει θύματα των τεσσάρων στρεμμάτων ή οι περιουσίες τους δεν έχουν «φάτσα» σε δημόσια κοινόχρηστη οδό. Κι αυτό, καθώς το ΣτΕ με τρεις αποφάσεις του μπλόκαρε οικοδομικές άδειες σε εκτάσεις εκτός σχεδίου, θέτοντας μία αυστηρή νομολογία που αφήνει όλα τα «παράθυρα» ανοιχτά, εφόσον απουσιάζει ένα κεντρικό νομικό πλαίσιο από την Πολιτεία.
Τους προβληματισμούς και τις επισημάνσεις του για τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ για την εκτός σχεδίου δόμηση μεταφέρει στον «Λακωνικό Τύπο» ο Σπαρτιάτης πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ, κ. Παναγιώτης Ηλιόπουλος (φωτο). Όπως λέει, η παρέμβασή του «περιλαμβάνει προβληματισμούς σε σχέση με την πολιτική προσέγγιση του θέματος τις τελευταίες δεκαετίες, τα λάθη, τις παραλείψεις, αλλά και τις επιπτώσεις στην προοπτική ανάπτυξης της χώρας».
Αρχή όλων οι κανόνες
Σύμφωνα με τον ειδικό επιστήμονα, «θα πρέπει εξ’ αρχής να ξεκαθαρίσουμε πως η εκτός σχεδίου δόμηση πρέπει να υπόκειται σε κανόνες. Η έλλειψή τους έχει αποδεδειγμένα δυσμενείς επιπτώσεις. Μπορεί να οδηγήσει περιοχές με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος στην υποβάθμιση, να επηρεάσει δυσμενώς τα οικοσυστήματα, αλλά και την οικονομική δραστηριότητα. Δεν νοείται σε μία σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα να μην υπάρχουν κανόνες και περιορισμοί. Στην Ελλάδα συγκεκριμένα, όπου η οικονομική δραστηριότητα βασίζεται κυρίως στον τουρισμό, τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη μεταποίηση, καταλαβαίνει εύκολα κανείς τι ολέθρια αποτελέσματα μπορεί να υπάρξουν από τυχόν “ασύδοτη” εκτός σχεδίου δόμηση».
Τι Μύκονος, τι χωριό
Ο Π. Ηλιόπουλος παρατηρεί πως «το ζήτημα της δόμησης εκτός σχεδίου έχει λάβει δημοσιότητα τα τελευταία χρόνια λόγω διαφόρων αποφάσεων, για ανακλήσεις οικοδομικών αδειών από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Οι αποφάσεις αυτές αφορούν κατά κανόνα ακίνητα για τουριστική εκμετάλλευση ή πολυτελείς εξοχικές κατοικίες σε τουριστικές περιοχές της χώρας. Παρ’ όλα αυτά επηρεάζουν όλη την επικράτεια –είτε βρίσκεσαι στη Σαντορίνη, την Πάτμο, τη Μύκονο και φτιάχνεις βίλες με “infinity pools” ή φτιάχνεις μία μεταποιητική μονάδα σε αγροτική περιοχή για βιοπορισμό, είναι το ίδιο. Στον πυρήνα του σκεπτικού των αποφάσεων είναι η έλλειψη αναγνωρισμένων οδών στα πρόσωπα των ακινήτων.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι εκτός σχεδίου -πλην των εθνικών και επαρχιακών οδών- για να αναγνωριστεί μία οδός, δεν αρκεί να αποδειχτεί ο κοινόχρηστος χαρακτήρας της, αλλά πρέπει να αποδεικνύεται ότι προϋφίσταται του έτους 1923. Η διαδικασία γινόταν μέχρι πρότινος αποσπασματικά, με αίτηση από τους ενδιαφερόμενους πολίτες και είναι εξαιρετικά χρονοβόρα (ενδεικτικά μπορεί να διαρκέσει έως 2 χρόνια).
Αν λοιπόν μία οδός προϋφίσταται του έτους 1923 (συνήθως μονοπάτια που χρησιμοποιούνταν κατά το μεσοπόλεμο και η διέλευση γινόταν πεζή ή με μουλάρια), όλα καλώς. (Σε αντιστοιχία για τις δασικές εκτάσεις εξετάζεται η περίοδος 1945 – 1960).
Κοντολογίς, η εκτός σχεδίου δόμηση εξετάζεται με αμιγώς νομικά επιχειρήματα. Αυτό συμβαίνει διότι το θέμα έχει υποτιμηθεί από την ελληνική Πολιτεία. Ενδεικτικό είναι ότι το αρμόδιο υπουργείο ονομάζεται πλέον ΥΠΕΝ - Υπουργείο Ενέργειας. Η χωροταξία δεν αποτελεί προτεραιότητα ούτε τύποις», υπογραμμίζει ο Π. Ηλιόπουλος.
Το απρόβλεπτο ΣτΕ
και οι «τρικλοποδιές» στο επιχειρείν
«Πατώντας λοιπόν πάνω στο υπαρκτό πρόβλημα, υποστηρίζει ο πολιτικός μηχανικός, καταφεύγουν μεμονωμένοι πολίτες ή ομάδες πολιτών στο ΣτΕ και εκδίδονται αποφάσεις, παράγοντας νομικό αποτέλεσμα -αιφνιδιαστικά- για ολόκληρη την επικράτεια». Όπως διευκρινίζει ο ίδιος, «την παρούσα στιγμή μάλιστα, υπάρχει καθολική παύση έκδοσης αδειών εκτός σχεδίου στις μη αναγνωρισμένες οδούς».
Αναλύοντας περαιτέρω τον συλλογισμό του, ο Π. Ηλιόπουλος σημειώνει: «Αν ένας επιχειρηματίας, που έχει πχ βιοτεχνία αρτοπαρασκευασμάτων ή μεταποίησης αγροτικών προϊόντων με νόμιμη οικοδομική άδεια, θέλει να επεκτείνει την επιχείρησή του, δεν μπορεί. Δηλαδή ανακόπτεται η δυναμική σε υγιείς επιχειρήσεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εθνική οικονομία. Αντίστοιχα, πάμπολλες επενδύσεις που είχαν προγραμματιστεί παραπέμπονται στις καλένδες».
«Εμπεδώνεται ότι η επιχειρηματικότητα
αποτελεί κάτι εχθρικό προς το περιβάλλον»
Συνεχίζοντας, ο Π. Ηλιόπουλος υπογραμμίζει: «Ένα ακόμα παράγωγο αυτής της κατάστασης είναι να εμπεδώνεται στην κοινή γνώμη ότι η επιχειρηματικότητα αποτελεί κάτι εχθρικό προς το περιβάλλον. Φυσικά αυτό ισχύει αν δεν υπάρχουν κανόνες και μπορεί να κατασκευάζει κανείς ό,τι θέλει και όπου θέλει. Αν όμως υπήρχαν οι κανόνες, ο εκάστοτε επιχειρηματίας θα γνώριζε εκ των προτέρων που μπορεί να επενδύσει και με τρόπο συμβατό και φιλικό προς το περιβάλλον».
Καταγράφει δε, ότι «η επιχειρηματικότητα είναι κάτι εύθραυστο. Όταν θέλει ένας νέος επιχειρηματίας να κάνει ξεκίνημα (με όλα τα άγχη), δεν μπορεί να περιμένει μήνες ή χρόνια σε αβεβαιότητα για να υλοποιήσει την επένδυσή του. Είναι αδύνατο να υπάρξει ρεαλιστικό επιχειρηματικό πλάνο με τέτοιες συνθήκες.
Επιπλέον, η λύση του προβλήματος δεν μπορεί να βρεθεί με νομικά επιχειρήματα. Μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα σήμαινε η δόμηση εκτός σχεδίου να αναπτύσσεται μόνο γραμμικά κατά μήκος των εθνικών και επαρχιακών οδών;», διερωτάται.
Αναζητείται διέξοδος… χθες
Σύμφωνα με τον Π. Ηλιόπουλο, «είναι προφανές πως είναι απαραίτητο να δοθεί άμεσα προσωρινή λύση στο θέμα από το υπουργείο, που έχει καθυστερήσει τραγικά. Ακολούθως, πρέπει να αντιμετωπιστεί ορθολογικά το ζήτημα με σύνθεση επιστημονικών μελετών / αναλύσεων διαφορετικών κλάδων (οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών, χωροταξικών, δημογραφικών δεδομένων κ.α.) και ισχυρή πολιτική βούληση ώστε μέσω του χωροταξικού σχεδιασμού να οριστούν οι κατευθυντήριες γραμμές για την οικονομική ανάπτυξη και για την προστασία του περιβάλλοντος. Υπάρχει το υπόβαθρο και η τεχνολογία (είμαστε στο 2023), ώστε οι μελέτες να προχωρήσουν με ταχύτητα».
Τέλος, ο ίδιος παραθέτει «προς προβληματισμό μία -χαρακτηριστική- αεροφωτογραφία (σσ κάτω), από την ανάρτηση των δασικών χαρτών σε αμιγώς αγροτική περιοχή στον νομό Λακωνίας, όπου δεσμεύεται (αποσπασματικά) ως δασική, μία μικρή καλλιεργημένη έκταση χωρίς χαρακτηριστικά δασικού οικοσυστήματος, ή σύνδεση με κάποιο άλλο, επειδή εμφανίζεται ως ακαλλιέργητη στις αεροφωτογραφίες της περιόδου 1945».

Μονόδρομος η κεντρική
και όχι η αποσπασματική λύση
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Λακωνικού Τύπου», αυτό που απορρέει από την τρέχουσα κατάσταση, είναι ότι το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας στην προοπτική τουριστικών ή αγροτικών επενδύσεων. Όπως λέγεται, όσο η Πολιτεία δεν δίνει λύση, το θέμα θα εξετάζεται σε οριζόντιο επίπεδο, με αποτέλεσμα να εκδίδονται αποφάσεις του ΣτΕ χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ιδιαιτερότητες επιμέρους περιοχών της χώρας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να προκύπτουν «αγκυλώσεις» κι ανησυχία σε εν δυνάμει επενδυτές, που έχουν ενδοιασμούς για την πρόοδο επιχειρηματικών πλάνων, φοβούμενοι -ελέω δεδικασμένου- ανά πάσα στιγμή μπλόκο και «πάγωμα».
Αναγνωρίζεται προφανώς ότι υφίσταται πρόβλημα με την «ασύνταχτη» εκτός σχεδίου δόμηση και τις αυθαιρεσίες, ειδικά σε προστατευόμενες περιοχές με φυσικό κάλλος και πρέπει να μπει τάξη. Ωστόσο, υποστηρίζεται ότι πρέπει να καταρτιστεί κεντρικός χωροταξικός σχεδιασμός με μελέτη και σαφή κριτήρια και όχι να εφαρμόζονται αποσπασματικές αποφάσεις όπως αυτές του ΣτΕ. Να γνωρίζει δηλαδή όποιος επιθυμεί να αναπτύξει ένα «μπίζνες πλαν» ότι θα καταστεί υλοποιήσιμο, βάσει όρων και παραμέτρων που θα προβλέπει ο νόμος και όχι να απειλείται να βρεθεί ανά πάσα στιγμή στον «αέρα».
Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι οι Δήμοι Σπάρτης κι Ευρώτα δεν διαθέτουν ακόμα Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων (ΣΧΟΟΑΠ), παρά κάποια σενάρια που έχουν αναπτυχθεί στο παρελθόν. Στον αντίποδα, σε ορισμένες περιοχές του Δήμου Ανατολικής Μάνης και Μονεμβασίας έχουν υλοποιηθεί ήδη σχέδια διαχείρισης χώρου βάσει ορθολογικού πολεοδομικού σχεδιασμού.




